Η αστυνομία εκτός από την ανάκριση αξιώνει την παρουσία της και στα δικαστικά συμβούλια
Τη Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2010 συνήλθε το συμβούλιο πλημμελειοδικών με θέμα την άρση ή παράταση της προφυλάκισής μου πέραν του 6μήνου, στο οποίο κλήθηκα να παραστώ αυτοπροσώπως. Μετά την είσοδό μου στον χώρο της συνεδρίας και την επιβεβλημένη αποδέσμευσή μου, η αστυνομική δύναμη που με συνόδευε όχι μόνο δεν αποχώρησε, όπως συνηθίζεται, αλλά ενισχύθηκε. Στο αίτημα των συνηγόρων μου να αποχωρήσουν, οι αστυνομικοί αντέτειναν γραπτή εντολή προϊσταμένου τους, που διέτασσε τη φρούρησή μου και εντός του χώρου της συνεδρίας, με το αιτιολογικό ότι «είμαι αναρχικός και ως τέτοιος ιδιαίτερα επικίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια». Το έγγραφο αναγνώστηκε δημόσια από την πρόεδρο του συμβουλίου και κατόπιν ολιγόλεπτης σύσκεψης έγινε αποδεκτό, χωρίς ωστόσο, και παρά το αίτημα των συνηγόρων μου, να καταχωρηθεί στα πρακτικά.
Παράδειγμα, ανάμεσα στα αμέτρητα, του ρόλου της δικαστικής εξουσίας ως εντολοδόχου της αστυνομίας και του κατεξοχήν ολοκληρωτικού πυρήνα της αστικής δημοκρατίας, το περιστατικό αυτό αποτελεί, παράλληλα, έναν ακόμα κρίκο στην αλυσίδα των μεθοδεύσεων που συνθέτουν την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της δίωξής μου. Μιας δίωξης πολιτικής και ταυτόχρονα πιλοτικής, καθώς στην περίπτωσή μου αυτό που δοκιμάζεται είναι η νομική επικύρωση και η κοινωνική νομιμοποίηση της χρήσης γενετικού υλικού (DNA) ως αποκλειστικού τεκμηρίου για την απόδοση κατηγοριών.
Κοινώς, κρίνεται η δυνατότητα κατασκευής ενόχων, με μοναδικό αποδεικτικό στοιχείο τις επιστημονικοφανείς αποφάνσεις των βιολογικών εργαστηρίων της ΓΑΔΑ.
Στο πλαίσιο αυτό, περιστατικά, όπως το παραπάνω, αποκτούν έναν ιδιαίτερο συμβολισμό. Ακριβώς τη στιγμή που οι χωροφυλακίστικες τακτικές τείνουν χείρα βοηθείας στις «επιστημονικές», και συνεπώς «αδιάσειστες», αναλύσεις DNA, βρισκόμαστε στο σημείο που η δύσοσμη παράδοση της εγχώριας κρατικής καταστολής και του «κομμουνιστοσυμμοριτισμού» συναντά τον ολοκληρωτισμό του μέλλοντος.
Άρης Σειρηνίδης
Πολιτικός κρατούμενος, Α΄ πτέρυγα φυλακών Κορυδαλλού.