Για την Αλληλεγγύη στους Φυλακισμένους Αγωνιστές
Προσαρμόζοντας το νόμο της φυσικής, όπου η δράση φέρνει πάντα αντίδραση, στη μελέτη της κοινωνίας, προκύπτει ότι κανένα εξουσιαστικό σύστημα δεν θα μπορέσει ποτέ να επιβληθεί πλήρως σε αυτούς που υποτάσσει. Ακόμα και την «εποχή της αφθονίας», κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’90, τότε με το χρηματιστήριο, τη συλλογική ονείρωξη του εύκολου πλουτισμού και τις γελοίες θεωρίες περί τέλους της ιστορίας, υπήρχαν πυρήνες αντίστασης στη μαζική κουλτούρα. Και είναι αυτοί οι πυρήνες που μεγάλωναν όσο η ευημερία αποδεικνύονταν πρόσκαιρη και πλαστή, γιγαντώθηκαν με την εξέγερση του Δεκέμβρη και ωριμάζουν την περίοδο της οικονομικής κρίσης που διανύουμε σήμερα. Στην ευθεία πλέον σύγκρουση με το καθεστώς, οι φυλακισμένοι αγωνιστές δεν είναι τίποτα λιγότερο από το αιχμάλωτο κομμάτι του κινήματος.
Ενάντια σ’ έναν καλοστημένο ποινικό κώδικα, μια βίαιη δικαστική νομοθεσία και ένα κοινωνικά αποδεκτό σωφρονιστικό σύστημα, που φυλακίζει, εξευτελίζει και εξοντώνει αγωνιστές που βρέθηκαν από τη μέσα μεριά του τείχους, η απάντηση δίνεται μέσα από τον ΑΓΩΝΑ. Αγώνας μέσα από την αλληλεγγύη, η οποία αποκτά ένα πολύμορφο χαρακτήρα που δεν περιορίζεται μέσα σε μια συγκεκριμένη φόρμουλα λόγου και δράσης. Είναι αναγκαίο να μη μένουμε μόνο σε αποσπασματικές δράσεις (συγκεντρώσεις έξω από τις φυλακές, παρουσία εντός των δικαστικών αιθουσών, συναυλίες αλληλεγγύης κ.α.) που στη συνέχεια γνωρίζουν ύφεση σε κινηματικό επίπεδο. Χωρίς βέβαια να απαξιώνονται τέτοιου είδους πρακτικές, μιας και αποτέλεσαν και θα συνεχίζουν να αποτελούν σταθερά βήματα για τη δημιουργία μιας δομής με συνέπεια και σταθερή βάση.
Η αλληλεγγύη δημιουργείται και συντηρείται τόσο ατομικά όσο και συλλογικά και δεν θα πρέπει να αποτελεί ξεχωριστό, αλλά αναπόσπαστο κομμάτι της δράσης μας. Άλλοτε με οικονομική στήριξη, άλλοτε με ηθική και άλλοτε με δράσεις έμπρακτης αλληλεγγύης, θα πρέπει να συνυπάρχει σε όλες της τις μορφές και να πηγάζει μέσα από κινηματικές διαδικασίες, με πρώτο βήμα την κοινωνικοποίηση της εκάστοτε υπόθεσης και την ανάδειξη της, αποφεύγοντας νομικά τερτίπια «ενοχής» και «αθωότητας» που συνήθως αποπροσανατολίζουν.
Η αλληλεγγύη δεν προϋποθέτει ταύτιση λόγου και δράσης, αλλά την αντίληψη ότι ανεξάρτητα από στρατηγικές ή τακτικές, ανεξάρτητα από τάσεις και ρεύματα, βρισκόμαστε στην ίδια πλευρά του κοινωνικού πολέμου, αυτήν της συνειδητής ρήξης με τον κόσμο της Εξουσίας. Άλλωστε, κάθε δίωξη και κάθε φυλάκιση είναι και μια άσκηση για το κράτος, πάνω στην οποία στήνεται όχι η αντιπαράθεση του εκάστοτε αγωνιστή με τους διωκτικούς μηχανισμούς, αλλά η δοκιμασία της δυναμικής ολόκληρου του κινήματος απέναντι τους.
Το κίνημα αλληλεγγύης είναι αναγκαίο να επιδιώκει τη σύνδεση του με τους φυλακισμένους αγωνιστές ώστε να δημιουργηθεί μια σχέση αμφίδρομη. Μια σχέση η οποία θα βασίζεται στην οργάνωση και τη συνέχιση του αγώνα, από κοινού χωρίς διαχωρισμούς «μέσα» και «έξω». Η ανάδειξη των υποθέσεων, η συνεχής κοινωνική ανάδειξη για την ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων, η προπαγάνδιση του λόγου τους, η επικοινωνία και η ανταλλαγή απόψεων αποτελούν μικρές γέφυρες αντίστασης που θα μας φέρνουν όλο και πιο κοντά, ενώ συγχρόνως θα δημιουργούν ρήγματα στη καρδιά του κράτους.
Οι δημοσιεύσεις φωτογραφιών και στιγμιότυπων προσωπικής ζωής, οι ψευδείς μαρτυρίες και καταθέσεις, η δυσφήμηση των συντρόφων μέσα από τα καθεστωτικά ΜΜΕ και η χυδαία λασπολογία εναντίον τους, δημιουργώντας το προφίλ του αδίστακτου «εγκληματία», δυσφημώντας συγχρόνως και τον ίδιο τον κοινωνικό αγώνα σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο, αποτελούν μεθόδους άμυνας και όχι επίθεσης ενός κράτους που φοβάται. Με απώτερο σκοπό την πλήρη αποκοπή των φυλακισμένων συντρόφων από το κίνημα αλληλεγγύης.
Μπροστά στον εξευτελισμό, το βασανισμό και τη φυλάκιση των συντρόφων μας, υποχρέωση μας είναι η διαφύλαξη της ακεραιότητας τους ως προς τη φήμη τους και η προάσπιση και συνέχιση του αγώνα τους (μας).
Θα βαδίσουμε ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ το δρόμο της ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ και με οδηγό μας τη συντροφικότητα, για τις άγριες μέρες που μαίνονται, ας γίνουμε όλοι μαζί ένα σώμα, που θα επιτεθεί μανιασμένα για να καταστρέψει κάθε εξουσιαστικό και κυρίαρχο μέσο, εντός και εκτός των τειχών.