Η τρίτη συνεδρίαση της δίκης της υπόθεσης του Επαναστατικού Αγώνα ξεκίνησε στις 01.11.2011 με τον Π. Ρουμελιώτη (υπεράσπιση του Κ.Κάτσενου), ο οποίος μίλησε για ακυρότητα της κλήσης και του βουλεύματος. Απευθυνόμενος στην έδρα, ρώτησε εάν υπάρχει ακριβής καθορισμός των πράξεων του Κ.Κάτσενου και ποιά είναι εκείνα τα στοιχεία που τυποποιούν την αξιόποινη συμπεριφορά του. Πρέπει να ορίζονται οι περιστάσεις και το υποκείμενο της αξιόποινης συμπεριφοράς, έτσι ώστε να ξέρει ο κατηγορούμενος για τι ακριβώς κατηγορείται.
Ο Εισαγγελέας με την σειρά του υποστήριξε ότι δεν διακρίνει κάποια ασάφεια στο βούλευμα. Η περιγραφή είναι άκρως αναλυτική, αφού αναφέρεται επακριβώς όχι μόνο ο αριθμός των φυσιγγίων αλλά και τα τεχνικά τους χαρακτηριστικά όπως πχ διάμετρος κτλ!!! Δήλωσε ότι οι πράξεις είχαν εκτελεστεί κατά συναυτουργία και αυτό αρκεί, καθώς και ότι μέσα από την διαδικασία θα αποφασιστεί το βάσιμο της συγκεκριμένης κατηγορίας.
Μετά την τοποθέτηση του Εισαγγελέα η Π. Ρούπα πήρε πρώτη τον λόγο όπου αρχικά μίλησε για ένα βούλευμα που απλά δημιουργεί εντυπώσεις και απευθυνόμενη στην έδρα ρώτησε πως γίνεται κατά την επίθεση στην κλούβα των ΜΑΤ στο Γουδή, ενώ οι πυροβολισμοί ήταν περίπου 5 με 6, οι απόπειρες ανθρωποκτονίας για τις οποίες κατηγορούνται είναι 17. Στην συνέχεια επιτέθηκε στην έδρα για τον τρόπο που αντιμετωπίζει τους κατηγορούμενους, αναφερόμενη στην φράση που είχε πει ο πρόεδρος στην προηγούμενη συνεδρίαση ”Αν αποδειχθεί η αθωότητά σας, τότε εμείς θα βγούμε να το φωνάξουμε”. Συγκεκριμένα δήλωσε ότι με την φράση αυτή υπονοείται ότι όλοι είναι εξαρχής ένοχοι και καλούνται να αποδείξουν ότι είναι αθώοι.
Η συγκεκριμένη φράση πυροδότησε στην συνέχεια μία έντονη αντιπαράθεση μεταξύ του προέδρου Ν. Δαύρου και των Π. Ρούπα και Ν. Μαζιώτη, οι οποίοι ήταν καταιγιστικοί στις δηλώσεις τους σε όλη την διάρκεια της διαδικασίας.
Επί του συγκεκριμένου θέματος ο Σ. Φυτράκης υποστήριξε ότι στο δυτικό ποινικό σύστημα το τεκμήριο αθωότητας έχει καταργηθεί και αυθόρμητα ισχύει πάντα το τεκμήριο ενοχής. Η ουσία στον γραφειοκρατικό μηχανισμό τόνισε ότι πρέπει να είναι το τεκμήριο της αθωότητας μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο.
Ο Ν. Μαζιώτης τέλος υποστήριξε ότι για κάθε ενέργεια που έκανε η οργάνωση, αισθάνονται πολύ υπερήφανοι. Καταδίκασε το γεγονός ότι οι δικαστές δεν μπορούν να τους αποδώσουν συγκεκριμένες κατηγορίες, γι’ αυτό και βασίζονται στο δόγμα της συλλογικής ευθύνης. Αυτό αποτελεί ποινική κουλτούρα κατά της τρομοκρατίας που έχει εισαχθεί από το εξωτερικό. Συλλογικές όμως ευθύνες δεν μπορούν να αποδοθούν, τόνισε ο Ν. Μαζιώτης, γιατί η οργάνωση επί 7 χρόνια δεν είχε αφήσει κανένα στοιχείο και καταλήγει με την δήλωση ”ένοχοι είμαστε γιατί είμαστε αντίπαλοί σας και εχθροί σας.”
Μετά από μικρή διακοπή ο πρόεδρος ανακοίνωσε ότι απορρίπτει κατ’ ουσίαν την ένσταση.
Στην συνέχεια υποβλήθηκαν από τους συνηγόρους 2 αιτήματα. Το πρώτο αίτημα αφορούσε την δημόσια κάλυψη της δίκης από ραδιοτηλεοπτικά μέσα. Ο Σ. Φυτράκης υποστήριξε ότι είναι απαραίτητη η δημοσιοποίηση μιας δίκης όταν συντρέχει δημόσιο συμφέρον, ενώ η Μ. Δαλιάνη (υπεράσπιση των Κ. Γουρνά – Μ. Μπεραχά, Β. Σταθόπουλου) δήλωσε ότι η δημοσιότητα μιας ποινικής δίκης μπορεί να ασκεί τον απαιτούμενο κοινωνικό έλεγχο.
Ο Νίκος Μαζιώτης ανέφερε ότι τα ΜΜΕ απουσιάζουν, γιατί το κράτος και οι δικαστές δεν θέλουν να γίνει το δικαστήριο πεδίο πολιτικής προπαγάνδας. Οι ειδικές συνθήκες υποβαθμίζουν την δημοσιότητα και θέτουν τους κατηγορούμενους ως εγκληματίες. Εγκληματική όμως είναι η ίδια η φύση του καθεστώτος.
Σχετικά με την δημοσιότητα τοποθετήθηκε και η Π. Ρούπα, η οποία είπε ότι αν ο λόγος τους συνέφερε το καθεστώς τότε θα πλημμύριζε η αίθουσα με ΜΜΕ. Το καθεστώς τρέμει την ανοιχτή δίκη και την αναμετάδοσή της, τρέμει τη διάχυση του πολιτικού λόγου του Ε.Α.
Ο εισαγγελέας απέρριψε το αίτημα λέγοντας ότι η παρουσία κάμερας δεν θεωρεί ότι εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, ενώ παράλληλα τον αποπροσανατολίζει από την εκτέλεση των καθηκόντων του.
Το δεύτερο αίτημα αφορούσε την μεταφορά της δίκης στο Εφετείο. Η Μ. Δαλιάνη τόνισε ότι όλοι οι κατηγορούμενοι δεν είναι πλέον κρατούμενοι πλην του Κ. Κάτσενου, του οποίου η μεταγωγή είναι εύκολη. Η διεξαγωγή της δίκης στον Κορυδαλλό κάμπτει την δημοσιότητα.
Επί της μεταφοράς της δίκης τοποθετήθηκε και ο Χ. Λαδάς (υπεράσπιση του Κ. Κάτσενου), ο οποίος ισχυρίστηκε ότι ο αριθμός των κατηγορουμένων και των συνηγόρων είναι μικρός, οπότε είναι εφικτή η εκδίκαση της υπόθεσης στο εφετείο. Μίλησε επίσης για έλλογη κατανομή πόρων και ανέξοδη μεταφορά των δικαστών στο Εφετείο.
Στα ίδια επίπεδα κινήθηκε και ο Γ. Ραχιώτης (υπεράσπιση του Χ. Κορτέση), ο οποίος μίλησε για τρομαχτική σπατάλη πόρων και για διαθεσιμότητα αιθουσών στο Εφετείο.
Ο Εισαγγελέας απαντώντας στο αίτημα δήλωσε ότι τα μέτρα ασφαλείας που έχουν παρθεί αφορούν αυτή την αίθουσα και όποια μεταφορά είναι διακινδυνευμένη.
Ο Χ. Λαδής στην συνέχεια υποστήριξε ότι η διακινδύνευση αυτή θεωρείται αβάσιμη, αφού όλοι οι κατηγορούμενοι επιθυμούν δημόσια δίκη, ενώ η Α. Παπαρούσου (υπεράσπιση Σ. Νικητόπουλου) επέδειξε την αντίφαση που προκύπτει. Αφ’ ενός ο εισαγγελέας ισχυρίστηκε ότι η δίκη αυτή δεν εξυπηρετεί κάποιο δημόσιο συμφέρον, αφετέρου εμπεριέχει σοβαρή διακινδύνευση. Όταν προβάλλεις κριτήριο διακινδύνευσης, πλήττεται το τεκμήριο αθωότητας των κατηγορουμένων.
Η Μ. Δαλιάνη μίλησε για αόριστη διατύπωση και οξύμωρο σχήμα, αφού άνθρωποι ελεύθεροι δεν μπορούν να προκαλέσουν κίνδυνο.
Μετά από ολιγόλεπτη διακοπή, ο πρόεδρος ανακοίνωσε ότι το αίτημα θα εξεταστεί και θα απαντηθεί στην επομένη συνεδρίαση, ενώ η Μ. Δαλιάνη ζήτησε από την έδρα μαγνητοφώνηση και απομαγνητοφώνηση των πρακτικών και υλικοτεχνική υποδομή για την κάλυψη της δίκης.
Στην τελευταία ένσταση που ακολούθησε ο Σ. Φυτράκης υπερασπίστηκε την λειτουργία των ΜΟΔ (ΜΙΚΤΩΝ ΟΡΚΩΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ) και τόνισε την καθοριστικής σημασίας συμβολή των ενόρκων στην λήψη αποφάσεων στα Μικτά Ορκωτά Δικαστήρια.
Η Μ. Δαλιάνη επεσήμανε ότι τα πολιτικά χαρακτηριστικά της οργάνωσης θα αναδειχθούν μέσα από την δίκη άσχετα αν η έδρα ισχυρίζεται ότι δεν είναι πολιτικά. Αναφέρθηκε επίσης στην αντικατάσταση της έννοιας του ”οργανωμένου εγκλήματος” από την έννοια της ”τρομοκρατίας” με τον τελευταίο τρομονόμο του 2004. Παράλληλα κατηγόρησε το δικαστήριο ότι δεν αναγνωρίζει τον πολιτικό χαρακτήρα των πράξεων, αφού τις εντάσσει στην έννοια της ”τρομοκρατίας”.
Ο Ν. Μαζιώτης πήρε τον λόγο στην συνέχεια και δήλωσε κατηγορηματικά ότι δεν θεωρεί ότι έχει διαπράξει πολιτικό ”έγκλημα”. Υποστήριξε ότι οι υποθέσεις πολιτικού χαρακτήρα έφυγαν από τα ΜΟΔ, όχι γιατί υπάρχει κίνδυνος μήπως τρομοκρατηθούν οι ένορκοι, αλλά γιατί οι δικαστές είναι υπάλληλοι του καθεστώτος και δεν εμπιστεύονται τους πολίτες. Ο αντιτρομοκρατικός νόμος του 2004 στοχεύει ξεκάθαρα στην μεγιστοποίηση των ποινών. Συνεχίζοντας τον ανατρεπτικό του λόγο, ο Ν. Μαζιώτης ρώτησε το δικαστήριο ποιά πράξη του Ε.Α θεωρεί έγκλημα; Απαριθμώντας μερικές από τις επιθέσεις της οργάνωσης σε πολιτικούς και οικονομικούς στόχους κατέστησε σαφές ότι ο λαός και οι εργαζόμενοι δεν τρομοκρατούνται από τις επιθέσεις του Ε.Α, αλλά από το κράτος και τις υπερεθνικές ελίτ. Μπορεί βέβαια κάποιοι να πουν ότι η βία δεν αποτελεί πολιτική πράξη. Τι γίνεται όμως με την βία που το κράτος , ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, οι αστυνομικές δυνάμεις μας ασκούν καθημερινά; Τελειώνοντας την τοποθέτηση του δήλωσε:
”Κατηγορείστε μας ως πολιτικούς αντιπάλους και όχι ως τρομοκράτες”.
Η συνεδρίαση διακόπηκε για την Τετάρτη 9 Νοέμβρη 09:00 πμ, όπου και θα ανακοινωθούν οι αποφάσεις του δικαστηρίου επί των ενστάσεων.
Συνέλευση Αλληλεγγύης