Γράμμα του Ά, Σειρηνίδη εν όψει της δίκης στις 9/3/11

Στις 9 Μαρτίου 2011 η αστική δικαιοσύνη πρόκειται να κρίνει σε δημόσια διαδικασία την «υπόθεσή» μου. Μια «υπόθεση» που κατασκευάστηκε στα βιολογικά εργαστήρια της ΓΑΔΑ, αλλά δεν ήταν σε καμία περίπτωση προϊόν επιστημονικής φαντασίας.

Ο πολιτικός χαρακτήρας της δίωξής μου μπορεί, νομίζω, να συνοψιστεί σε μια αποστροφή της ανακριτικής πρότασης, με την οποία επιχειρήθηκε η τεκμηρίωση της απόφασης για την προφυλάκισή μου. Αμέσως μετά τη μονότονη προσπάθεια στήριξης του μοναδικού, και αυτού ελάχιστης πραγματικής σημασίας, στοιχείου που η αστυνομία προσκόμισε ως ένδειξη ενοχής – μια χειρουργική μάσκα με το DΝΑ μου-, ο ανακριτής συνεχίζει ως εξής: «Απολογούμενος, άλλωστε, ο κατηγορούμενος, κατά τη δική του φρασεολογία, δηλώνει αναρχικός, δεν κρύβει την ανατρεπτική του δράση, εντάσσει τον εαυτό του στο αναρχικό κίνημα, θεωρεί τον εαυτό του επαναστάτη και επιθυμεί να ανατρέψει αυτόν τον κόσμο, όντας ενταγμένος στον καθημερινό αγώνα ενάντια στο κράτος και τον καπιταλισμό».

Η βαρύτητα που προσλαμβάνει ο τροπικός σύνδεσμος «άλλωστε» στη ρητορική της καταγγέλλουσας αρχής είναι εξόχως αποκαλυπτική του περιεχομένου των αποδεικτικών ισχυρισμών. Σημαίνει την αξιοπιστία της προηγηθείσας νομικής επιχειρηματολογίας, η οποία προφανώς αξιολογείται ως ελλιπής και επιστρατεύονται για να την ενισχύσουν και να της προσδώσουν οντότητα και κύρος οι ιδεολογικές μου πεποιθήσεις και επιδιώξεις, ουσιαστικά το πολιτικό μου  DΝΑ.

Αν είναι, λοιπόν, κάτι που δίνει υπόσταση στο κατηγορητήριο, αυτό δεν είναι το γενετικό υλικό που ανιχνεύτηκε σε μια από τις διάσπαρτες μάσκες  που βρέθηκαν στην περιοχή των Εξαρχείων εξ αιτίας των επεισοδίων των προηγούμενων ημερών, αλλά η πολιτική γενετική μου ύλη, η παρουσία μου σε εκείνη την πλευρά του οδοφράγματος που ορίζει η ταξική μου θέση και συνείδηση, ενάντια στην καπιταλιστική κυριαρχία και την κρατική τρομοκρατία.

Αναπόφευκτα, και το περιεχόμενο της επερχόμενης δίκης στις 9 Μαρτίου καθορίζεται από αυτήν ακριβώς τη σύγκρουση των δύο εχθρικών κόσμων, του κόσμου της κυριαρχίας από τη μια, και της αντίστασης και εξέγερσης από την άλλη. Μια σύγκρουση που στο συγκεκριμένο πεδίο της δίωξής μου αντιπροσωπεύεται από την κατά μέτωπο αντιπαράθεση του πλέον ολοκληρωτικού πυρήνα της αστικής δημοκρατίας, του αστυνομικού-δικαστικού συμπλέγματος,  με εμένα και το κίνημα αλληλεγγύης στους πολιτικούς κρατούμενους.

Εκτός όμως από πολιτική, η επικείμενη δίκη είναι και πιλοτική: στην περίπτωση μου αυτό που κρίνεται κατ’ ουσίαν είναι η δυνατότητα της εξουσίας να εξουδετερώνει τους πολιτικούς της αντιπάλους, κατασκευάζοντας ενόχους με μοναδικό αποδεικτικό στοιχείο τις επιστημονικοφανείς αποφάνσεις των βιολογικών εργαστηρίων της ΓΑΔΑ.

Τα μέχρι τώρα στοιχεία της δίωξης μου είναι λίγο-πολύ γνωστά. Αμέσως μετά την αποτυχημένη απόπειρα της Aσφάλειας και των ηλεκτρονικών και έντυπων γραφιάδων της να επενδύσει τη σύλληψή μου για πλημμεληματικού χαρακτήρα αδίκημα με κατηγορίες που στόχευαν την ηθική μου σπίλωση (αλλά και τη συσκότιση των συνθηκών του βαρύτατου τραυματισμού του αγωνιστή Σίμου Σεϊσίδη), τη σκηνοθεσία αναλαμβάνει η Αντιτρομοκρατική, ανασύροντας μια ξεχασμένη υπόθεση πυροβολισμού εναντίον κλούβας των ΜΑΤ το καλοκαίρι του 2009 στα Εξάρχεια. Με αποδεικτικό στοιχείο την ταύτιση γενετικού υλικού που ελήφθη παράνομα από το πορτοφόλι μου με το γενετικό υλικό που βρέθηκε σε μια χειρουργική μάσκα που περισυλλέχθηκε στην περιοχή του περιστατικού, εκδίδεται λίγα λεπτά μόνο πριν αφεθώ ελεύθερος ένταλμα σύλληψης και διατάσσεται η προφυλάκισή μου. Μόνο που το σενάριο της Αντιτρομοκρατικής πέρα από ευφάνταστο ήταν και άκρως ερασιτεχνικό. Πουθενά στη δικογραφία δεν προκύπτει ότι η μάσκα -το μοναδικό υποτιθέμενο πειστήριο– ανήκε στον δράστη των πυροβολισμών, ενώ ο σωματότυπος και τα χαρακτηριστικά του δράστη που περιγράφουν οι αυτόπτες μάρτυρες και οι αστυνομικοί βρίσκονται σε καταφανή αντίθεση με το δικό μου. Όσο για το περίφημο γενετικό υλικό, ποτέ δεν διευκρινίστηκε ο τύπος και το είδος του, ενώ σκοπίμως παρασιωπήθηκε έκθεση του ίδιου του εργαστηρίου της Ασφάλειας -που ενισχύει βασικό υπερασπιστικό μου ισχυρισμό–, σύμφωνα με την οποία στη μάσκα–πειστήριο εντοπίστηκε γενετικό υλικό περισσοτέρων ατόμων.

Υπόσταση στο σενάριο της Αντιτρομοκρατικής σε αναμονή κάποιου «άλλου που δεν ήρθε», όπως ο ίδιος ομολόγησε, ανέλαβε να προσδώσει ο ανακριτής. Με επιλεκτική χρήση των στοιχείων της δικογραφίας και απαράδεκτους δικονομικούς συμψηφισμούς των μαρτυρικών καταθέσεων, ο ανακριτής συνθέτει μια πραγματικότητα προσαρμοσμένη στην αλήθεια της Αντιτρομοκρατικής και θεμελιώνει ως αποδεικτικό ισχυρισμό το μοναδικό στοιχείο του κακοποιημένου δικονομικά και αμφισβητούμενου επιστημονικά DNΑ.

Φαίνεται, όμως, ότι η κατασκευή δεν άφησε ικανοποιημένο τον ανακριτή, που επιστρατεύει τελικά το καθοριστικό επιχείρημα για να δέσει την υπόθεση: την καθ’ ομολογίαν μου, όπως αναφέρει,  ανατρεπτική μου θέση και δράση. Η πολιτική μου στράτευση δεν ήταν, βέβαια, άγνωστη στις δικαστικές αρχές που προφανώς δεν περίμεναν την δική μου ομολογία για να τη μάθουν. Αυτό που χρειάζεται όμως ιδιαίτερη προσοχή εδώ, είναι ότι το πολιτικό DNA ενός κατηγορούμενου εμφανίζεται πλέον σε δικαστικά πρακτικά ως ισχυρή ένδειξη ενοχής, κάτι που τουλάχιστον μέχρι πρότινος οι αρχές φρόντιζαν να διατηρούν έξω από την επίσημη ρητορική τους.

Τα περίφημα διαβιβαστικά της κρατικής Ασφάλειας και της Αντιτρομοκρατικής, που αποτέλεσαν για χρόνια τον οδηγό για τις διώξεις και φυλακίσεις δεκάδων αγωνιστών, περιβάλλονται πλέον με νομική ισχύ και μετατρέπονται σε δικαστικό αξίωμα. Στο νέο αντιτρομοκρατικό πλαίσιο που ψήφισε, άλλωστε, πριν από λίγους μήνες η κυβέρνηση του μνημονίου, η δίωξη κατά του φρονήματος έχει γίνει νόμος. Ένα νέο ιδιώνυμο, πλαισιωμένο από έκτακτες δικαστικές-αστυνομικές εξουσίες, βρίσκεται πλέον σε ισχύ και ανοίγει τον δρόμο για μαζικές προγραφές αγωνιστών, πολιτικών χώρων και κινημάτων.

Στη νέα εποχή καταστολής, στον καιρό του ΔΝΤ και του ολοκληρωτικού πολέμου που κεφάλαιο και κράτος έχουν κηρύξει στην κοινωνία, οι διώξεις εναντίον των πολιτικών εχθρών του καθεστώτος δεν μπορούν να γίνουν πια με τις παρωχημένες και δυσκίνητες μεθόδους της ούτως ή άλλως συρρικνωμένης αστικής δημοκρατίας. Την ίδια στιγμή που το ΔΝΤ, η ΕΕ και οι εγχώριοι εκπρόσωποι τους επιβάλλουν καθεστώς καπιταλιστικού οικονομικού ολοκληρωτισμού, την ίδια στιγμή ο μανδύας της δημοκρατίας πέφτει. Τότε οι φάκελοι των κοινωνικών φρονημάτων ανοίγουν και τα αντάξια μετεμφυλιακής χωροφυλακής σενάρια «δένονται» με την αδιάσειστη έρευνα DNA στα εργαστήρια της ΓΑΔΑ. Είναι η στιγμή που η δύσοσμη παράδοση της εγχώριας κρατικής καταστολής συναντά τον ολοκληρωτισμό του μέλλοντος.

Η ανάλυση, λοιπόν, του πολιτικού μου DNA αποκτά πρωταρχική σημασία στην ανάγνωση των ιδιαίτερων γνωρισμάτων της δίωξής μου. Γιατί αυτό που τελικά στοχοποιεί το κράτος σε αυτή τη δίκη –όπως και στις δίκες άλλων συντρόφων που έρχονται- , πέρα και από τις πράξεις που αποδίδονται είναι το φαντασιακό του αγώνα και της αντίστασης που καθένας/μια από μας αντιπροσωπεύει. Τα ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία που ανιχνεύονται στο προσωπικό μου δείγμα, ταυτοποιούνται μέσα στο συλλογικό αποτύπωμα που αφήνουν οι μικρές και μεγάλες στιγμές των κοινωνικών ταξικών αγώνων της τελευταίας εικοσαετίας, συνθέτοντας με χιλιάδες ακόμα μοναδικά ίχνη το μωσαϊκό του επαναστατικού αντικαπιταλιστικού κινήματος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο κάθε πολιτική δίκη και κατά προέκταση κάθε αγώνας αποτελεί και μια εξερεύνηση της ίδιας μας της ιστορίας.

Μια και ο λόγος για ιστορία λοιπόν, το πανηγυρικό «τέλος της Ιστορίας» που στις αρχές της δεκαετίας του 1990 διεκδίκησε για τον εαυτό της η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση και φιλοδόξησε να εκφράσει το εγχώριο ιδεολόγημα του εκσυγχρονισμού, ήταν και η αφετηρία συγκρότησης της δικής μου πολιτικής ύλης, αλλιώς, της δικής μου ιστορίας. Οι μαθητικές καταλήψεις του θερμού χειμώνα του ’90-’91, ως εμπειρία οργής, αυτοοργανωμένου αγώνα, σύγκρουσης και νίκης, αποτέλεσαν την κινηματική μήτρα και το σημείο αναφοράς δεκάδων εφήβων από διαφορετικά σημεία της Αθήνας που συναντήθηκαν στους δρόμους του κέντρου. Στο κοινωνικό και πολιτικό εργαστήριο των Εξαρχείων η εφηβική οργή εν-τοπίστηκε, κοινωνικοποιήθηκε και μεταλλάχθηκε σε εξεγερτική κοινωνική και πολιτική δράση, χωρίς όμως να απεμπολήσει την παιγνιώδη της διάσταση: η ορμή, το πείσμα, ο αυτοσχεδιασμός, η συντροφικότητα, η φιλία, η παρέα  άφησαν τα δικά τους ανεξίτηλα ίχνη τόσο στη μορφή όσο και στο περιεχόμενο της πολιτικής δράσης. Μιας δράσης, που αν και γεωγραφικά εντοπισμένη, αναζήτησε το νήμα της σύνδεσης –και σε μεγάλο βαθμό το κατάφερε- με όλα σχεδόν τα επεισόδια του εγχώριου και παγκόσμιου  ταξικού-κοινωνικού αγώνα. Από το εξεγερτικό εγχείρημα του Πολυτεχνείου του ’95 μέχρι τα οδοφράγματα έξω από τα εξεταστικά κέντρα το καλοκαίρι του ’98 και τις μαθητικές κινητοποιήσεις ενάντια στον νόμο Αρσένη· από τη θερμή υποδοχή του πλανητάρχη τον Νοέμβρη του ’99 και τις διαδηλώσεις ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, μέχρι το κίνημα ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση· από τις τοπικές δράσεις και συνελεύσεις σε γειτονιές μέχρι τις πρακτικές της άμεσης δράσης· από τις συνελεύσεις των πρωτοβάθμιων εργατικών σωματείων μέχρι την αλληλεγγύη στους μετανάστες· από τις φοιτητικές κινητοποιήσεις ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της παιδείας, μέχρι την εξέγερση του Δεκέμβρη 2008. Και βέβαια, ως διαρκής σταθερά που διατρέχει το σύνολο του αγώνα: η  αλληλεγγύη στους πολιτικούς κρατούμενους και η ανάδειξη της μνήμης των συντρόφων που έφυγαν κατά τη διάρκειά του.

Αυτό λοιπόν το πολιτικό DNA, το δικό μου και όλων όσοι κοινωνικοποιήθηκαν πολιτικά στα ίδια συμφραζόμενα και εξακολουθούν να ορίζουν τον εαυτό τους μέσα από την πάλη για την κοινωνική απελευθέρωση, είναι εν τέλει το ουσιαστικό επίδικο σε αυτή τη δίκη.

Η σύλληψή μου συνέπεσε μια μέρα μετά την υπαγωγή της χώρας στο ΔΝΤ και την ανακοίνωση από τον πρωθυπουργό των πρώτων μέτρων άγριας λιτότητας. Στην τελετή παράδοσης των τελευταίων εργασιακών δικαιωμάτων στο κεφάλαιο, ο λόγος περί  «τέλους εποχής» και «αλλαγής σελίδας» ακούστηκε φιλάρεσκος ξανά. Ας προσέχουν, όμως, οι κυρίαρχοι. Ένα άλλο «τέλος της Ιστορίας», είκοσι χρόνια πριν, στάθηκε για πολλούς η αφετηρία της διάβασης από την περιοχή της εφηβικής οργής στην ανατρεπτική πολιτική δράση. Μέσα από την επίπονη διαδικασία αυτογνωσίας, αυτοκριτικής και ωρίμανσης που συνοδεύει την κάθε καινούργια και σωρευμένη αγωνιστική εμπειρία, το νέο «τέλος εποχής» είναι η αρχή νέων επεισοδίων αγώνα, πολιτικά και μαχητικά αναβαθμισμένων όσο και η τωρινή εκρηκτική αντικειμενική συνθήκη.

Άρης Σειρηνίδης
πολιτικός κρατούμενος
Α΄ πτέρυγα φυλακών Κορυδαλλού
10.02.2011

Ανακοίνωση λήξης απεργίας πείνας των 4 κατηγορουμένων για την υπόθεση της Ε.Ο.ΣΠΦ

Το κείμενο αυτό γράφεται εν είδει ανακοίνωσης της λήξης της απεργίας πείνας που είχαμε ξεκινήσει ημέρα Πέμπτη 3-2-2011. Γνωρίζουμε πως οι ενέργειες και οι μορφές αγώνα αυτού του τύπου αφήνουν τα αποτυπώματα τους στην ιστορία του επαναστατικού ανατρεπτικού κινήματος, και άρα έχουν δημόσιο χαρακτήρα και είναι εκτεθειμένες ενώπιον της όποιας κριτικής. Λαμβάνοντας, λοιπόν, υπόψη ότι λήγουμε την απεργία πριν ικανοποιηθεί το αίτημα μας και δη σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα από την αρχή της κινητοποίησης, αποφασίσαμε να τοποθετηθούμε δημόσια πραγματοποιώντας έναν απολογισμό της κίνησης μας από την έναρξη της δίκης μας έως τώρα.

Καθόλη τη διάρκεια της τελευταίας εβδομάδας πριν από τη δίκη μας, τα ΜΜΕ προπαγάνδιζαν το κλίμα ασφάλειας με χαρακτηριστικό τρόπο, έτσι ώστε να γίνεται αντιληπτό πως είναι πολύ πιθανό να διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών, στα πλαίσια της γενικότερης προσπάθειας απομόνωσης των πολιτικών κρατουμένων. Όταν αυτή η πληροφορία έφτασε σε εμάς αρχίσαμε να συζητάμε σοβαρά αυτή την πιθανότητα και τον τρόπο που θα αντιδρούσαμε αν γινόταν πραγματικότητα. Εύκολα καταλήξαμε ότι δε θα δεχόμαστε σε καμία περίπτωση να διεξαχθεί η δίκη κατά αυτόν τον τρόπο και ότι θα κάναμε ότι περνούσε από το χέρι μας για να το εμποδίσουμε.

Η Δευτέρα 17 Γενάρη μας βρήκε στην δικαστική αίθουσα να μαθαίνουμε πως ναι μεν η είσοδος στο κοινό είναι ελεύθερη, αλλά κρατούνται και φωτοτυπούνται οι ταυτότητες όσων επιθυμούν να εισέλθουν. Μετά από την επιθετική ανάδειξη του θέματος αυτού στο δικαστήριο, η έδρα συμφώνησε να μην κρατούνται οι ταυτότητες και δήλωσε πως όσα στοιχεία παρακρατήθηκαν θα καταστραφούν. Μετά από την επιστροφή, οι δικαστές έπειτα από μια ολιγόλεπτη διακοπή, όπου προφανώς θα έλαβαν κάποιες εντολές από τους πολιτικούς τους προ΄ι΄σταμένους, δήλωσαν ότι είναι νόμιμη και επιβαλλόμενη η κράτηση των ταυτοτήτων, αναφερόμενοι στους κανονισμούς που διέπουν τους χώρους της φυλακής. Μετά από την έντονη αντίδραση στην οποία συνέδραμε ο αλληλέγγυος κόσμος που ήταν παρών στην αίθουσα, προφανώς έχοντας δώσει τα στοιχεία του μόνο και μόνο για να μας στηρίξει, αποχωρήσαμε δηλώνοντας ότι θα απέχουμε από τη διαδικασία και εμείς και οι δικηγόροι μας σε περίπτωση που συνεχιστεί η φασιστική αυτή πρακτική του δικαστηρίου.

Στα κρατητήρια που βρεθήκαμε και οι έξι προφυλακισμένοι ενημερωθήκαμε από τους δικηγόρους μας ότι υπάρχει περίπτωση ακόμα και να μας δικάσουν ερήμην. Ταυτόχρονα, οι τρεις συγκατηγορούμενοι μας Μάνος Γιόσπας, Νίκος Βογιατζάκης, Ερρίκος Ράλλης, με τους οποίους δεν υπήρξε μέχρι τότε ποτέ καμία συνεννόηση, μας είπαν πως ότι μας στηρίζουν όποια και αν είναι η επιλογή μας και θα ακολουθήσουν την απόφαση μας. Σε συζήτηση που είχαμε μεταξύ μας οι έξι, βάλαμε κάτω τα ενδεχόμενα που αντιμετωπίζαμε και αποφασίσαμε νηφάλια και συνειδητά ότι εφόσον δεν ικανοποιηθεί η απαίτηση μας θα πάψουμε τους δικηγόρους μας και θα αποχωρήσουμε. Ετοιμάζαμε μάλιστα μια δήλωση που θα ανακοινωνόταν από έναν από εμάς, ειδικά για αυτή την περίπτωση. Σε αυτή τη συμφωνία συμμετείχε υπό όρους μονάχα ο Αλέξανδρος Μητρούσιας, ο οποίος είχε κάνει ξεκάθαρο σε εμάς πως θα επιστρέψει στη δίκη, έστω και αν ένα άτομο με την παρουσία του νομιμοποιήσει τη διαδικασία.

Η διαδικασία διακόπηκε για τη Δευτέρα 24-1-2011, όπου ένας από εμάς διάβασε δημόσια επώνυμη ανακοίνωση μας ότι σε περίπτωση που δεν αρθεί το καθεστώς τρομοκρατίας των αλληλέγγυων φίλων και συγγενών, θα πράξουμε όπως είχαμε προειδοποιήσει, ενώ θα ξεκινήσουμε την ίδια μέρα αποχή συσσιτίου που θα κλιμακωθεί σε απεργία πείνας αν η δίκη προχωρήσει με διορισμένους συνηγόρους χωρίς εμάς. Μονάχα η Κωνσταντίνα Καρακατσάνη, παρόλο που μας διαβεβαίωσε ότι εξακολουθούσε να συμφωνεί με την προοπτική της αποχώρησης, δεν συνυπέγραψε την ανακοίνωση, με τη δικαιολογία ότι δεν τη συνδιαμόρφωσε και ότι επιθυμεί να κάνει ξεχωριστή δήλωση. Μια δήλωση, βέβαια, που ποτέ δεν έγινε, πράγμα που αργότερα χρησιμοποιήθηκε από την ίδια ως επιχείρημα μη συμφωνίας. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι ρητά και κατηγορηματικά είχε συναινέσει στη δήλωση που έγινε εκ μέρους όλων μας από τον Παναγιώτη Αργυρού ότι αποχωρούμε από τη δίκη και παύουμε τους συνηγόρους μας. Όπως είναι φυσικά σε θέση να γνωρίζουν όλοι όσοι ήταν παρόντες, αποχωρήσαμε όλοι οικειοθελώς, εν μέσω συνθημάτων από τους αλληλέγγυους. Ακολούθησε ο αλλεπάλληλος διορισμός δικηγόρων από το δικαστήριο, άλλοι από τους οποίους δεν προσέρχονταν καν, και άλλοι επικαλούνταν από προσωπικά θέματα μέχρι δεοντολογικούς λόγους για να μην αναλάβουν την υπεράσπιση μας. Μέχρι που το δικαστήριο αποφάσισε πως πρέπει εκ νέου και εκβιαστικά να διορίσει τους συνηγόρους της αρχικής επιλογής μας, προκειμένου προφανώς να δώσει νέα τροπή στη διαδικασία που μέχρι τότε φάνταζε αδιέξοδη.

Έτσι λοιπόν στις 3-2-2011 που ήταν η μέρα που θα αρνούνταν οι δικηγόροι μας το διορισμό του δικαστηρίου, εξαγγείλαμε την έναρξη απεργίας πείνας, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι όροι που είχαμε θέσει. Την ίδια μέρα, αργότερα, έκπληκτοι μάθαμε από τα κανάλια πως οι δικηγόροι της Κωνσταντίνας Καρακατσάνη δηλώνουν πως ποτέ δεν τους έπαυσε η πελάτισσα τους, πως απομακρύνθηκε σιδηροδέσμια και με τη βία. Την αμέσως επόμενη μέρα μάθαμε επίσης ότι παρουσιάστηκε η ίδια με παρόμοια επιχειρήματα ζητώντας διακοπή της δίκης ώστε να μπορεί να εκπροσωπηθεί από τους δικηγόρους  της. Η μεγαλύτερη ακόμα έκπληξη ήταν ένα ακόμα κείμενο που εξέδωσε και στο οποίο δημόσια δήλωνε πως δεν είχε συμφωνήσει ποτέ μαζί μας να αποχωρήσει από τη δίκη, ενώ άφηνε αιχμές διαφωνίας ακόμα και στην επιλογή μας  να κάνουμε απεργία πείνας για το συγκεκριμένο ζήτημα.

Εμείς από την πλευρά μας θεωρούμε τη στάση της εν λόγω κρατούμενης τουλάχιστον ασυνεπή. Όταν ένας άνθρωπος και δη αναρχικός πράττει συμφωνίες πρέπει να τηρεί το λόγο του, ιδιαίτερα όταν αυτές οι συμφωνίες συνεπάγονται συνέπειες, όχι μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για τους υπόλοιπους. Η οπισθοχώρηση της Κωνσταντίνας Καρακατσάνη νομιμοποίησε την απόφαση του δικαστηρίου να φακελώνει τον κόσμο και έδωσε το ελεύθερο για την εκδίκαση των υπόλοιπων κατηγορουμένων ερήμην. Το πλέον εξοργιστικό είναι ότι προσπάθησε να περιβάλλει με πολιτικό μανδύα αυτή την οπισθοχώρηση και δεν είχε τουλάχιστον την ειλικρίνεια να ομολογήσει ότι δεν άντεξε να σηκώσει το βάρος της κοινής μας συμφωνίας. Η δικιά της στάση είναι εξάλλου που διέσπασε ένα αγωνιστικό μέτωπο απέναντι σε ένα δικαστήριο στο οποίο θα μπορούσαμε να πετύχουμε μια σημαντική νίκη.

Από τη δική μας πλευρά σίγουρα η κατάληξη του αγώνα που δώσαμε μας γέμισε εμπειρίες και συμπεράσματα. Η αυτοκριτική είναι όπλο για κάθε επαναστάτη και στο πλαίσιο αυτό αναγνωρίζουμε το λάθος μας να στηρίξουμε την όλη διαδικασία σε μια συμφωνία που δε βασίστηκε σε μια κοινή προοπτική, καθώς όλοι μας σαν ετερόκλητα άτομα με διαφορετικές αφετηρίες αγώνα, πολιτικές στάσεις, πεποιθήσεις και αντιλήψεις, τη νοηματοδοτήσαμε ο καθένας ξεχωριστά, δημιουργώντας έτσι ένα οικοδόμημα του οποίου η βάση ήταν σχετικά ασταθής. Φυσικά, σφάλμα, όμως, ήταν και το γεγονός ότι στηριχθήκαμε στο λάθος άτομο τη στιγμή που διακυβεύονται πολλά για τον καθένα μας. Όπως και να έχει η εξέλιξη αυτή προκάλεσε τη ρήξη μιας συμφωνίας που πλέον ακροβατούσε επικίνδυνα μεσούσης μιας απεργίας πείνας. Από τη στιγμή που και ο Αλέξανδρος Μητρούσιας αποφάσισε να κινηθεί έτσι όπως ούτως ή άλλως μας είχε ξεκαθαρίσει από την αρχή, ήταν δεδομένο πως καμία απαίτηση δε μπορεί να υπάρχει για τους τρεις συγκατηγορούμενους μας, που αυτή τη στιγμή είναι ελεύθεροι υπό όρους και αυτό πιστεύουμε πως το αντιλαμβάνεται ο καθένας. Η θέση αυτών των ανθρώπων ήταν ότι θα στηρίξουν ένα αρραγές μέτωπο αγώνα και από τη στιγμή που αυτό διερράγη δεν υπάρχει κανένας λόγος για αυτούς να μην επιστρέψουν στη δίκη.

Όσο για εμάς, κρίνουμε πως το μέσο της απεργίας πείνας υπό τη συνθήκη της προσέλευσης στο δικαστήριο των μισών και πλέον κατηγορούμενων καθίσταται ατελέσφορο. Είμαστε επαναστάτες και όχι οσιομάρτυρες. Η απεργία πείνας είναι ένα μέσο του οποίου η ιστορικότητα και η αποτελεσματικότητα δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση. Παρόλα αυτά εφόσον οι ισορροπίες ανετράπησαν εις βάρος μας, η συνέχιση της δε μας φαίνεται έστω και εν δυνάμει πρόσφορη, αλλά αντίθετα διεκπαιρεωτική και αυτοσκοπός. Έτσι επιλέγουμε σήμερα 11-2-2011 να λήξουμε την απεργία πείνας, αν και το αίτημα μας δεν έχει ικανοποιηθεί. Από την άλλη, δεν πρόκειται επουδενί να αποδεχτούμε αυτό το δικαστήριο και τον τρόπο που εξελίσσεται. Ως επαναστάτες δε θα ανεχτούμε τους όποιους εκβιασμούς επιχειρούν να μας επιβάλλουν, και δεν έχουμε να διαπραγματευτούμε τίποτα με το έκτακτο στρατοδικείο τους. Αν αυτοί μας δικάζουν ερήμην θα πρέπει να ξέρουν ότι εμείς τους έχουμε καταδικάσει εκ των προτέρων. Θεωρούμε πως η θέση του κρατικού μηχανισμού είναι ενδεικτική των προθέσεων του. Το ζήτημα μας, όμως, δεν είναι να αναδείξουμε την αδιαλλαξία ή την αυθαιρεσία του. Απεναντίας, αντιλαμβανόμαστε  τη στάση μας ως μια συνθήκη πολιτικής νίκης απέναντι στην δικαστική εξουσία, που πίστεψε ότι θα μπορούσε να μας ελαστικοποιήσει με τις νόρμες και τις διαταγές της, καταφέρνοντας έτσι να απονοηματοδοτήσει τον αγώνα μας.

Καθίσταται αναγκαιότητα πλέον η ξεκάθαρη και σθεναρή επιλογή απέναντι σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς που διαρκώς φασιστικοποιείται. Η στρατηγική της απομόνωσης των πολιτικών κρατούμενων δεν αποσκοπεί μόνο στο να τους θάψει στα δημοκρατικά μπουντρούμια, ούτε στο να τους συκοφαντεί και να τους δυσφημεί μέσα από τα κανάλια διοχέτευσης του τεράστιου όγκου πληροφοριακών σκουπιδιών που μας τα΄ί΄ζουν. Αποσκοπεί στην πλήρη απομόνωση τους από οποιαδήποτε ζωντανή έκφραση αλληλεγγύης, ώστε να αποκοπεί κάθε σύνδεση με τις συνιστώσες του ευρύτερου επαναστατικού κινήματος.Μια τέτοια προσπάθεια απομόνωσης είναι τελικά και η δύσκαμπτη στάση να ελέγχονται και να φακελώνονται όσοι τολμούν να προσέρχονται στη δίκη μας ως το ελάχιστο τίμημα που πρέπει να καταβάλλουν προκειμένου να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους. Ένα τίμημα που όλοι γνωρίζουν πως μπορεί να πληρωθεί ακριβά στο μέλλον, εφόσον η μανία των διωκτικών αρχών και η εκδικητικότητα της καταστολής έχουν πλέον εκτραχυνθεί και εύκολα μεταφράζονται σε αθρόες διώξεις και προφυλακίσεις.

Η ανεξέλεγκτη ποινικοποίηση συντροφικών, φιλικών και συγγενικών σχέσεων, η ελαστικότητα των κατηγορητηρίων, οι συνεχείς αναβαθμίσεις του αντιτρομοκρατικού νόμου, οι φωτογραφίες συντρόφων που παρελαύνουν σε τηλεοράσεις και εφημερίδες, είναι μόνο λίγα από τα πολλά που έχουν συμβεί και θα συνεχίσουν να συμβαίνουν. Η καταγραφή, τελικά, των στοιχείων των αλληλέγγυων δεν είναι για εμάς τίποτα άλλο, παρά μια ακόμα αιχμή της καταστολής που ολοένα και εντείνεται. Έτσι, αυτό που δηλώνουμε ξεκάθαρα και δημόσια είναι ότι όσο στη δίκη μας δεν έχουν θέση οι σύντροφοι μας, τότε σίγουρα δεν έχουμε θέση ούτε εμείς.

Υψώνουμε τη γροθιά μας μέσα από τα κάγκελα σε όλους τους συντρόφους από την Ελλάδα και το εξωτερικό, που έπραξαν αλληλέγγυα πάνω στην πλατφόρμα του πολύμορφου ανατρεπτικού αγώνα. Ευχαριστούμε, επίσης, όλους όσους επέλεξαν δημόσια να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους στον αγώνα μας, προχωρώντας σε αποχή συσσιτίου. Αποδεικνύουν έμπρακτα πως ακόμα και στις συνθήκες του εγκλεισμού τα περιθώρια για αγώνα και αλληλεγγύη δε στενεύουν ποτέ. Γιατί η αξιοπρέπεια και η συνείδηση δε φοράνε ποτέ αλυσίδες…

ΖΗΤΩ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

ΖΗΤΩ Η ΑΝΑΡΧΙΑ

 

Χάρης Χατζημιχελάκης

Παναγιώτης Αργυρού

Παναγιώτης Μασούρας

Γιώργος Καραγιαννίδης