Ανακοίνωση λήξης απεργίας πείνας των 4 κατηγορουμένων για την υπόθεση της Ε.Ο.ΣΠΦ

Το κείμενο αυτό γράφεται εν είδει ανακοίνωσης της λήξης της απεργίας πείνας που είχαμε ξεκινήσει ημέρα Πέμπτη 3-2-2011. Γνωρίζουμε πως οι ενέργειες και οι μορφές αγώνα αυτού του τύπου αφήνουν τα αποτυπώματα τους στην ιστορία του επαναστατικού ανατρεπτικού κινήματος, και άρα έχουν δημόσιο χαρακτήρα και είναι εκτεθειμένες ενώπιον της όποιας κριτικής. Λαμβάνοντας, λοιπόν, υπόψη ότι λήγουμε την απεργία πριν ικανοποιηθεί το αίτημα μας και δη σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα από την αρχή της κινητοποίησης, αποφασίσαμε να τοποθετηθούμε δημόσια πραγματοποιώντας έναν απολογισμό της κίνησης μας από την έναρξη της δίκης μας έως τώρα.

Καθόλη τη διάρκεια της τελευταίας εβδομάδας πριν από τη δίκη μας, τα ΜΜΕ προπαγάνδιζαν το κλίμα ασφάλειας με χαρακτηριστικό τρόπο, έτσι ώστε να γίνεται αντιληπτό πως είναι πολύ πιθανό να διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών, στα πλαίσια της γενικότερης προσπάθειας απομόνωσης των πολιτικών κρατουμένων. Όταν αυτή η πληροφορία έφτασε σε εμάς αρχίσαμε να συζητάμε σοβαρά αυτή την πιθανότητα και τον τρόπο που θα αντιδρούσαμε αν γινόταν πραγματικότητα. Εύκολα καταλήξαμε ότι δε θα δεχόμαστε σε καμία περίπτωση να διεξαχθεί η δίκη κατά αυτόν τον τρόπο και ότι θα κάναμε ότι περνούσε από το χέρι μας για να το εμποδίσουμε.

Η Δευτέρα 17 Γενάρη μας βρήκε στην δικαστική αίθουσα να μαθαίνουμε πως ναι μεν η είσοδος στο κοινό είναι ελεύθερη, αλλά κρατούνται και φωτοτυπούνται οι ταυτότητες όσων επιθυμούν να εισέλθουν. Μετά από την επιθετική ανάδειξη του θέματος αυτού στο δικαστήριο, η έδρα συμφώνησε να μην κρατούνται οι ταυτότητες και δήλωσε πως όσα στοιχεία παρακρατήθηκαν θα καταστραφούν. Μετά από την επιστροφή, οι δικαστές έπειτα από μια ολιγόλεπτη διακοπή, όπου προφανώς θα έλαβαν κάποιες εντολές από τους πολιτικούς τους προ΄ι΄σταμένους, δήλωσαν ότι είναι νόμιμη και επιβαλλόμενη η κράτηση των ταυτοτήτων, αναφερόμενοι στους κανονισμούς που διέπουν τους χώρους της φυλακής. Μετά από την έντονη αντίδραση στην οποία συνέδραμε ο αλληλέγγυος κόσμος που ήταν παρών στην αίθουσα, προφανώς έχοντας δώσει τα στοιχεία του μόνο και μόνο για να μας στηρίξει, αποχωρήσαμε δηλώνοντας ότι θα απέχουμε από τη διαδικασία και εμείς και οι δικηγόροι μας σε περίπτωση που συνεχιστεί η φασιστική αυτή πρακτική του δικαστηρίου.

Στα κρατητήρια που βρεθήκαμε και οι έξι προφυλακισμένοι ενημερωθήκαμε από τους δικηγόρους μας ότι υπάρχει περίπτωση ακόμα και να μας δικάσουν ερήμην. Ταυτόχρονα, οι τρεις συγκατηγορούμενοι μας Μάνος Γιόσπας, Νίκος Βογιατζάκης, Ερρίκος Ράλλης, με τους οποίους δεν υπήρξε μέχρι τότε ποτέ καμία συνεννόηση, μας είπαν πως ότι μας στηρίζουν όποια και αν είναι η επιλογή μας και θα ακολουθήσουν την απόφαση μας. Σε συζήτηση που είχαμε μεταξύ μας οι έξι, βάλαμε κάτω τα ενδεχόμενα που αντιμετωπίζαμε και αποφασίσαμε νηφάλια και συνειδητά ότι εφόσον δεν ικανοποιηθεί η απαίτηση μας θα πάψουμε τους δικηγόρους μας και θα αποχωρήσουμε. Ετοιμάζαμε μάλιστα μια δήλωση που θα ανακοινωνόταν από έναν από εμάς, ειδικά για αυτή την περίπτωση. Σε αυτή τη συμφωνία συμμετείχε υπό όρους μονάχα ο Αλέξανδρος Μητρούσιας, ο οποίος είχε κάνει ξεκάθαρο σε εμάς πως θα επιστρέψει στη δίκη, έστω και αν ένα άτομο με την παρουσία του νομιμοποιήσει τη διαδικασία.

Η διαδικασία διακόπηκε για τη Δευτέρα 24-1-2011, όπου ένας από εμάς διάβασε δημόσια επώνυμη ανακοίνωση μας ότι σε περίπτωση που δεν αρθεί το καθεστώς τρομοκρατίας των αλληλέγγυων φίλων και συγγενών, θα πράξουμε όπως είχαμε προειδοποιήσει, ενώ θα ξεκινήσουμε την ίδια μέρα αποχή συσσιτίου που θα κλιμακωθεί σε απεργία πείνας αν η δίκη προχωρήσει με διορισμένους συνηγόρους χωρίς εμάς. Μονάχα η Κωνσταντίνα Καρακατσάνη, παρόλο που μας διαβεβαίωσε ότι εξακολουθούσε να συμφωνεί με την προοπτική της αποχώρησης, δεν συνυπέγραψε την ανακοίνωση, με τη δικαιολογία ότι δεν τη συνδιαμόρφωσε και ότι επιθυμεί να κάνει ξεχωριστή δήλωση. Μια δήλωση, βέβαια, που ποτέ δεν έγινε, πράγμα που αργότερα χρησιμοποιήθηκε από την ίδια ως επιχείρημα μη συμφωνίας. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι ρητά και κατηγορηματικά είχε συναινέσει στη δήλωση που έγινε εκ μέρους όλων μας από τον Παναγιώτη Αργυρού ότι αποχωρούμε από τη δίκη και παύουμε τους συνηγόρους μας. Όπως είναι φυσικά σε θέση να γνωρίζουν όλοι όσοι ήταν παρόντες, αποχωρήσαμε όλοι οικειοθελώς, εν μέσω συνθημάτων από τους αλληλέγγυους. Ακολούθησε ο αλλεπάλληλος διορισμός δικηγόρων από το δικαστήριο, άλλοι από τους οποίους δεν προσέρχονταν καν, και άλλοι επικαλούνταν από προσωπικά θέματα μέχρι δεοντολογικούς λόγους για να μην αναλάβουν την υπεράσπιση μας. Μέχρι που το δικαστήριο αποφάσισε πως πρέπει εκ νέου και εκβιαστικά να διορίσει τους συνηγόρους της αρχικής επιλογής μας, προκειμένου προφανώς να δώσει νέα τροπή στη διαδικασία που μέχρι τότε φάνταζε αδιέξοδη.

Έτσι λοιπόν στις 3-2-2011 που ήταν η μέρα που θα αρνούνταν οι δικηγόροι μας το διορισμό του δικαστηρίου, εξαγγείλαμε την έναρξη απεργίας πείνας, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι όροι που είχαμε θέσει. Την ίδια μέρα, αργότερα, έκπληκτοι μάθαμε από τα κανάλια πως οι δικηγόροι της Κωνσταντίνας Καρακατσάνη δηλώνουν πως ποτέ δεν τους έπαυσε η πελάτισσα τους, πως απομακρύνθηκε σιδηροδέσμια και με τη βία. Την αμέσως επόμενη μέρα μάθαμε επίσης ότι παρουσιάστηκε η ίδια με παρόμοια επιχειρήματα ζητώντας διακοπή της δίκης ώστε να μπορεί να εκπροσωπηθεί από τους δικηγόρους  της. Η μεγαλύτερη ακόμα έκπληξη ήταν ένα ακόμα κείμενο που εξέδωσε και στο οποίο δημόσια δήλωνε πως δεν είχε συμφωνήσει ποτέ μαζί μας να αποχωρήσει από τη δίκη, ενώ άφηνε αιχμές διαφωνίας ακόμα και στην επιλογή μας  να κάνουμε απεργία πείνας για το συγκεκριμένο ζήτημα.

Εμείς από την πλευρά μας θεωρούμε τη στάση της εν λόγω κρατούμενης τουλάχιστον ασυνεπή. Όταν ένας άνθρωπος και δη αναρχικός πράττει συμφωνίες πρέπει να τηρεί το λόγο του, ιδιαίτερα όταν αυτές οι συμφωνίες συνεπάγονται συνέπειες, όχι μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για τους υπόλοιπους. Η οπισθοχώρηση της Κωνσταντίνας Καρακατσάνη νομιμοποίησε την απόφαση του δικαστηρίου να φακελώνει τον κόσμο και έδωσε το ελεύθερο για την εκδίκαση των υπόλοιπων κατηγορουμένων ερήμην. Το πλέον εξοργιστικό είναι ότι προσπάθησε να περιβάλλει με πολιτικό μανδύα αυτή την οπισθοχώρηση και δεν είχε τουλάχιστον την ειλικρίνεια να ομολογήσει ότι δεν άντεξε να σηκώσει το βάρος της κοινής μας συμφωνίας. Η δικιά της στάση είναι εξάλλου που διέσπασε ένα αγωνιστικό μέτωπο απέναντι σε ένα δικαστήριο στο οποίο θα μπορούσαμε να πετύχουμε μια σημαντική νίκη.

Από τη δική μας πλευρά σίγουρα η κατάληξη του αγώνα που δώσαμε μας γέμισε εμπειρίες και συμπεράσματα. Η αυτοκριτική είναι όπλο για κάθε επαναστάτη και στο πλαίσιο αυτό αναγνωρίζουμε το λάθος μας να στηρίξουμε την όλη διαδικασία σε μια συμφωνία που δε βασίστηκε σε μια κοινή προοπτική, καθώς όλοι μας σαν ετερόκλητα άτομα με διαφορετικές αφετηρίες αγώνα, πολιτικές στάσεις, πεποιθήσεις και αντιλήψεις, τη νοηματοδοτήσαμε ο καθένας ξεχωριστά, δημιουργώντας έτσι ένα οικοδόμημα του οποίου η βάση ήταν σχετικά ασταθής. Φυσικά, σφάλμα, όμως, ήταν και το γεγονός ότι στηριχθήκαμε στο λάθος άτομο τη στιγμή που διακυβεύονται πολλά για τον καθένα μας. Όπως και να έχει η εξέλιξη αυτή προκάλεσε τη ρήξη μιας συμφωνίας που πλέον ακροβατούσε επικίνδυνα μεσούσης μιας απεργίας πείνας. Από τη στιγμή που και ο Αλέξανδρος Μητρούσιας αποφάσισε να κινηθεί έτσι όπως ούτως ή άλλως μας είχε ξεκαθαρίσει από την αρχή, ήταν δεδομένο πως καμία απαίτηση δε μπορεί να υπάρχει για τους τρεις συγκατηγορούμενους μας, που αυτή τη στιγμή είναι ελεύθεροι υπό όρους και αυτό πιστεύουμε πως το αντιλαμβάνεται ο καθένας. Η θέση αυτών των ανθρώπων ήταν ότι θα στηρίξουν ένα αρραγές μέτωπο αγώνα και από τη στιγμή που αυτό διερράγη δεν υπάρχει κανένας λόγος για αυτούς να μην επιστρέψουν στη δίκη.

Όσο για εμάς, κρίνουμε πως το μέσο της απεργίας πείνας υπό τη συνθήκη της προσέλευσης στο δικαστήριο των μισών και πλέον κατηγορούμενων καθίσταται ατελέσφορο. Είμαστε επαναστάτες και όχι οσιομάρτυρες. Η απεργία πείνας είναι ένα μέσο του οποίου η ιστορικότητα και η αποτελεσματικότητα δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση. Παρόλα αυτά εφόσον οι ισορροπίες ανετράπησαν εις βάρος μας, η συνέχιση της δε μας φαίνεται έστω και εν δυνάμει πρόσφορη, αλλά αντίθετα διεκπαιρεωτική και αυτοσκοπός. Έτσι επιλέγουμε σήμερα 11-2-2011 να λήξουμε την απεργία πείνας, αν και το αίτημα μας δεν έχει ικανοποιηθεί. Από την άλλη, δεν πρόκειται επουδενί να αποδεχτούμε αυτό το δικαστήριο και τον τρόπο που εξελίσσεται. Ως επαναστάτες δε θα ανεχτούμε τους όποιους εκβιασμούς επιχειρούν να μας επιβάλλουν, και δεν έχουμε να διαπραγματευτούμε τίποτα με το έκτακτο στρατοδικείο τους. Αν αυτοί μας δικάζουν ερήμην θα πρέπει να ξέρουν ότι εμείς τους έχουμε καταδικάσει εκ των προτέρων. Θεωρούμε πως η θέση του κρατικού μηχανισμού είναι ενδεικτική των προθέσεων του. Το ζήτημα μας, όμως, δεν είναι να αναδείξουμε την αδιαλλαξία ή την αυθαιρεσία του. Απεναντίας, αντιλαμβανόμαστε  τη στάση μας ως μια συνθήκη πολιτικής νίκης απέναντι στην δικαστική εξουσία, που πίστεψε ότι θα μπορούσε να μας ελαστικοποιήσει με τις νόρμες και τις διαταγές της, καταφέρνοντας έτσι να απονοηματοδοτήσει τον αγώνα μας.

Καθίσταται αναγκαιότητα πλέον η ξεκάθαρη και σθεναρή επιλογή απέναντι σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς που διαρκώς φασιστικοποιείται. Η στρατηγική της απομόνωσης των πολιτικών κρατούμενων δεν αποσκοπεί μόνο στο να τους θάψει στα δημοκρατικά μπουντρούμια, ούτε στο να τους συκοφαντεί και να τους δυσφημεί μέσα από τα κανάλια διοχέτευσης του τεράστιου όγκου πληροφοριακών σκουπιδιών που μας τα΄ί΄ζουν. Αποσκοπεί στην πλήρη απομόνωση τους από οποιαδήποτε ζωντανή έκφραση αλληλεγγύης, ώστε να αποκοπεί κάθε σύνδεση με τις συνιστώσες του ευρύτερου επαναστατικού κινήματος.Μια τέτοια προσπάθεια απομόνωσης είναι τελικά και η δύσκαμπτη στάση να ελέγχονται και να φακελώνονται όσοι τολμούν να προσέρχονται στη δίκη μας ως το ελάχιστο τίμημα που πρέπει να καταβάλλουν προκειμένου να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους. Ένα τίμημα που όλοι γνωρίζουν πως μπορεί να πληρωθεί ακριβά στο μέλλον, εφόσον η μανία των διωκτικών αρχών και η εκδικητικότητα της καταστολής έχουν πλέον εκτραχυνθεί και εύκολα μεταφράζονται σε αθρόες διώξεις και προφυλακίσεις.

Η ανεξέλεγκτη ποινικοποίηση συντροφικών, φιλικών και συγγενικών σχέσεων, η ελαστικότητα των κατηγορητηρίων, οι συνεχείς αναβαθμίσεις του αντιτρομοκρατικού νόμου, οι φωτογραφίες συντρόφων που παρελαύνουν σε τηλεοράσεις και εφημερίδες, είναι μόνο λίγα από τα πολλά που έχουν συμβεί και θα συνεχίσουν να συμβαίνουν. Η καταγραφή, τελικά, των στοιχείων των αλληλέγγυων δεν είναι για εμάς τίποτα άλλο, παρά μια ακόμα αιχμή της καταστολής που ολοένα και εντείνεται. Έτσι, αυτό που δηλώνουμε ξεκάθαρα και δημόσια είναι ότι όσο στη δίκη μας δεν έχουν θέση οι σύντροφοι μας, τότε σίγουρα δεν έχουμε θέση ούτε εμείς.

Υψώνουμε τη γροθιά μας μέσα από τα κάγκελα σε όλους τους συντρόφους από την Ελλάδα και το εξωτερικό, που έπραξαν αλληλέγγυα πάνω στην πλατφόρμα του πολύμορφου ανατρεπτικού αγώνα. Ευχαριστούμε, επίσης, όλους όσους επέλεξαν δημόσια να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους στον αγώνα μας, προχωρώντας σε αποχή συσσιτίου. Αποδεικνύουν έμπρακτα πως ακόμα και στις συνθήκες του εγκλεισμού τα περιθώρια για αγώνα και αλληλεγγύη δε στενεύουν ποτέ. Γιατί η αξιοπρέπεια και η συνείδηση δε φοράνε ποτέ αλυσίδες…

ΖΗΤΩ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

ΖΗΤΩ Η ΑΝΑΡΧΙΑ

 

Χάρης Χατζημιχελάκης

Παναγιώτης Αργυρού

Παναγιώτης Μασούρας

Γιώργος Καραγιαννίδης

Δήλωση αποχής συσσιτίου

Στις 17/1 ξεκίνησε η δίκη του «Χαλανδρίου». Η πρώτη από μια σειρά δικών για την υπόθεση «Συνομωσίας Πυρήνων της Φωτιάς».

Ήδη πριν από την έναρξή της μια σειρά αποφάσεων και νόμων διαμόρφωσαν μια συγκεκριμένη συνθήκη. Η κατάργηση ουσιαστικά της έννοιας του «πολιτικού εγκλήματος», η παραπομπή των κατηγορουμένων σε εφετείο κακουργημάτων και όχι σε μεικτό ορκωτό, η ειδική σύνθεση του δικαστηρίου (αφού στην κλήρωση δεν συμπεριλήφθησαν όλα τα μέλη της ολομέλειας των εφετών αλλά όσα η ίδια η ολομέλεια με ασαφή κριτήρια όρισε), η διεξαγωγή της δίκης σε ειδική αίθουσα μέσα στις φυλακές Κορυδαλλού, δύσκολα θα υποστήριζε κανείς ότι δεν την καθορίζουν.

Μια δίκη η οποία καλείται να επικυρώσει την –πρώτη φορά σε τέτοια έκταση και γι αυτό με ιδιαίτερη σημασία- ποινικοποίηση των φιλικών, κοινωνικών και συντροφικών σχέσεων. Να στείλει ένα μήνυμα ισχύος μέσα από την καταδίκη όσων έχουν αναλάβει την πολιτική ευθύνη για τη συμμετοχή τους στην συγκεκριμένη οργάνωση. Να συμπληρώσει μια εκστρατεία απονοηματοδότησης και απαξίωσης της αντικαθεστωτικής δράσης συνολικά, κατασκευής αστυνομικών σεναρίων και δημοσιογραφικών αποκαλύψεων. Να ολοκληρώσει ένα ακόμα κύκλο για να εμπεδωθεί το μήνυμα ότι οι «τρομοκράτες» είναι στη φυλακή, ότι το κράτος έχει νικήσει, ότι η τάξη έχει κατισχύσει και επιβληθεί. Και όλα αυτά μέσα στη μιντιακή αλήθεια της «απόπειρας απόδρασης των κρατουμένων», του «φόβου στις τάξεις των δικαστών», των «αιτημάτων που παρακωλύουν τη διαδικασία».

Από την πρώτη μέρα της δίκης, οι κατηγορούμενοι και οι δικηγόροι τους απαίτησαν να μαγνητοφωνούνται τα πρακτικά και κυρίως να σταματήσει το φακέλωμα όσων παρακολουθούσαν τη δίκη. Την κατακράτηση δηλαδή των ταυτοτήτων των συγγενών τους, των φίλων τους, των συντρόφων τους και η καταγραφή των στοιχείων τους από την αστυνομία. Μια χαρτογράφηση απαραίτητη για να στηθούν αργότερα νέες διώξεις, να κατασκευαστούν νέες επαφές μεταξύ «υπόπτων για θέματα τρομοκρατίας», να μεγαλώσουν οι λίστες όσων βρίσκονται υπό παρακολούθηση, να δουν κι άλλοι άνθρωποι ευφάνταστα σενάρια για τη ζωή τους στις κυριακάτικες εφημερίδες. Κι ενώ το δικαστήριο έκανε αρχικά δεκτά τα αιτήματα, μετά από λίγο –ύστερα από μια «φιλική συζήτηση» με την αντιτρομοκρατική- ανακοινώνει ότι τελικά δεν μπορούν να ικανοποιηθούν. Και τέλος, το δικαστήριο αποφάσισε ότι η δίκη μπορεί να γίνει ερήμην των κατηγορουμένων και χωρίς τους δικηγόρους τους.

Και αν κάποιοι σοκάρονται, αν κάποιοι απορούν ακόμα, μπορούν να κοιτάξουν γύρω τους. Έχουμε απέναντί μας χωρίς αμφιβολία, ένα σύγχρονο ολοκληρωτικό καθεστώς. Η Τρόικα, οι οίκοι αξιολόγησης μαζί με τον Σύνδεσμο Βιομηχάνων και την Ένωση Εφοπλιστών καταθέτουν τους νόμους. Οι δημοσιογράφοι υπαγορεύουν ποια είναι τα όρια των διαδηλώσεων, ποιες απεργίες είναι παράνομες, ποιοι έπρεπε να έχουν ήδη συλληφθεί.

Η εκτελεστική εξουσία χάνει ακόμα και τη συμβολική της λειτουργία και το διαμεσολαβητικό της ρόλο. Αντίθετα, η δικαστική ισχυροποιείται διαρκώς, η αστυνομία στρατιωτικοποιείται και στη Σχολή Αλεξιπτωτιστών εκπαιδεύονται στην καταστολή διαδηλώσεων. Οι φυλακές γεμίζουν αγωνιστές. Ο κρατικός μηχανισμός επιδιώκει να ελέγξει/επιτηρήσει/παρέμβει σε κάθε στιγμή του κοινωνικού. Τα έντεκα εκατομμύρια των κατοίκων χωρίζονται σε όσους είναι υπέρ «της σωτηρίας της χώρας» ή κατά. Μια κατάσταση μόνιμης έκτακτης ανάγκης, όχι μια παρεκτροπή αλλά η προϋπόθεση για να γίνει η κρίση ευκαιρία για τα συμφέροντα του κεφαλαίου, για να δημιουργηθεί ένα κάτεργο 131.944 km2 , χωρίς συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ασφάλεια, μισθούς, αποζημιώσεις, επιδόματα ανεργίας.

Τα περιθώρια αμφιβολίας αφορούν αν θα επιβληθεί επίσημα κάποιος στρατιωτικός νόμος ή θα κηρυχθεί η χώρα σε «κατάσταση πολιορκίας».

Σε αυτή τη συνθήκη η αλληλεγγύη σε όποιον αγωνίζεται αποκτά αξία ανεκτίμητη. Είτε πρόκειται για την ανυποχώρητη στάση των κατοίκων της Κερατέας, είτε για τον αποφασιστικό και σθεναρό αγώνα των μεταναστών απεργών πείνας, είτε για τις μάχες των φυλακισμένων αγωνιστών η αλληλεγγύη στήνει αναχώματα στην επέλαση της καταστολής, μετατρέπει τις εστίες αντίστασης σε κοινότητες αγώνα. Ή τουλάχιστον το προσπαθεί. Διαμορφώνει τους όρους για την απελευθέρωση των αγωνιστών. Σε τελική ανάλυση διαμορφώνει τους όρους για την ανατροπή και την επανάσταση.

Γιάννης Δημητράκης
Άρης Σειρηνίδης
Σαράντος Νικητόπουλος
Χριστόφορος Κορτέσης
Χρήστος Πολίτης
Πολύκαρπος Γεωργιάδης
Βαγγέλης Πάλλης