Κείμενο των Τσιλιανίδη,Φεσσά,Τζίφκα, Δημτσιάδη

“Γι’ αυτό λοιπόν και εσείς παλικάρια μου με το σπαθί, τη φωτιά και την λύσσα στο στόμα θέλω να βγείτε γυμνοί στις πόλεις, όπως περνάει η οχιά μέσα απ’ τα περιβόλια των κριθαριών με τα περήφανα μάτια της οργισμένα και όπως οι αστραπές αλωνίζουν τα νιάτα.”

13/10/10

Μια άρνηση παράδοσης κι ένα all in στην ελευθερία…

Πραγματοποιείται εμπρησμός σε όχημα της ΔΕΗ στο κέντρο της Θεσ/νίκης όπου συλλαμβάνεται ο αδερφός μας και επαναστάτης αναρχικός Γιάννης Σκουλούδης. Εκδίδονται βάσει μαρτυριών μπάτσων, 4 εντάλματα σύλληψης για εμάς.

Το δίλημμα κρατάει ελάχιστα και ξεκινάμε για το δυστυχώς σύντομο ταξίδι της φυγοδικίας (αν και σύντομο, εμπεριείχε σε απόλυτο βαθμό την γλύκα που οι συνειδησιακές αποφάσεις ζωής και οι πολεμικές εφαρμογές τους μπορούν να χαρίσουν σε όποιον τις πυροδοτήσει). Ταξίδι που συνειδητά επιλέξαμε να μας οδηγήσει σε νέες ρήξεις με το υπάρχον και όχι φοβισμένους ακολουθητές μιας τροχιάς που η αντιτρομοκρατική και οι δικαστές της είχαν ορίσει. Έπρεπε να επιβιώσουμε και για να γίνει αυτό σταματήσαμε να νιώθουμε θύματα και κυνηγημένοι και χρίσαμε τους εαυτούς μας θύτες και κυνηγούς. Άλλωστε η ήττα για εμάς ήταν και είναι μια άγνωστη συνθήκη. Ανασυνταχθήκαμε λοιπόν και αποφασίσαμε: «Πάμε ξανά, αυτή την φορά ως το τέλος ». Εκδώσαμε την πρώτη μπροσούρα της Συνεργασίας Ατόμων για την Πραγμάτωση του Αρνητικού , διαβάσαμε πολλά, μάθαμε περισσότερα ετοιμάσαμε με προσοχή και αγωνία νέες μικρές και μεγάλες εφόδους στον ουρανό, σχεδιάσαμε νέες εχθροπραξίες με το κράτος, την κοινωνία του, τις αξίες και την ηθική τους.

13/01/11

Κέντα Φλός της ΕΛ.ΑΣ

«Τώρα πρέπει να μιλήσει για να σωθεί πρέπει να πάψει να ονειρεύεται και να ζήσει…

Η ΜΕΡΑ είναι ακόμα μακριά και φοβάται μην γονατίσει όπως φοβόσαστε και εσείς.

Τώρα πρέπει να μιλήσει για να σωθεί, πρέπει να πάψει να αγαπάει και να ζήσει.

Ο λοχαγός λέει: μίλησε

Ο βούρδουλας λέει: μίλησε

Η νύχτα του λέει: μίλησε

Μα η νύχτα είναι λίγη και οι σύντροφοι πολλοί και έκοψε με τα δόντια του την γλώσσα, όπως θα κάνατε και εσείς»

Μετά από εννιά μέρες παρακολούθησης (κάτι που από εμάς έγινε αντιληπτό τις 3 τελευταίες αλλά λαθεμένα να νομίζουμε ότι πάσχουμε από σύνδρομο καταδίωξης και βλέπουμε “ασφαλιτοφαντάσματα”) κάθεται η στραβή. Τρεις από εμάς συλλαμβάνονται από κρανοφόρους στα στενά του Βύρωνα και ο τέταρτος σε σπίτι από κάτι πρασινοφορεμένους τυπάδες με αντιβαλλιστικές ασπίδες και αυτόματα. Μεταφερόμαστε στην ΓΑΔΑ με κουκούλες στο πρόσωπο, με τους συνοδούς μας να δίνουν ρεσιτάλ:

-Εμείς είμαστε για την δράση

-Εσείς μόνο για κείμενα είστε.

-Εμείς έχουμε την υπεροπλία.

-Αυτό είναι το αιφνιδιαστικό πλησίασμα κ.λ.π.

Εκεί μένουμε όρθιοι, γυμνοί, με κουκούλες και γυρισμένοι στο τοίχο για αρκετές ώρες δηλώνοντας μόνο ότι είμαστε επαναστάτες αναρχικοί. Ακολούθησε μια άτυπη διαδικασία ερωτήσεων που κράτησε επίσης ώρες ενώ μας μετέφεραν χωρίς λόγο σε διαδρόμους για να πάρουν τις πρώτες φωτογραφίες που θα έδιναν στην δημοσιότητα. Η άρνησή μας να δώσουμε αποτυπώματα συνάντησε το καταφατικό: “-Δεν σε ρώτησα, θα τα δώσεις ακόμη και αν χρειαστεί να σου σπάσουμε τα δάχτυλα, είναι εντολή του ανακριτή.”

Οι πρώτοι τρεις αποδείχθηκαν λίγοι για να μας «πείσουν» οπότε επιστρατεύτηκαν 7 ή 8 άτομα.

Μας χτυπούσαν τα κεφάλια στα τραπέζια, μας πατούσαν τους αστραγάλους, μας γυρνούσαν τα χέρια που πλέον είχαν μουδιάσει, μας βαρούσαν και μας γυρνούσαν τα δάχτυλα για να πρηστούν, ώστε να μας τα πάρουν με το ζόρι.

Ως το Σάββατο που μεταφερθήκαμε στην Σαλονίκη, αλλά και από την Κυριακή ως την Τρίτη, μείναμε σε κελιά 2,5Χ1 αρνούμενοι να φάμε ή να πιούμε οτιδήποτε.

Τέλος, μας πήραν φωτογραφίες με 2 να μας κρατάν ενώ φορούσαμε χειροπέδες και έναν να μας τραβάει από τα μαλλιά. Όταν αργότερα μας ζητήθηκε να υπογράψουμε καταθέσεις, να δώσουμε πλέον επίσημα αποτυπώματα και DNA, τους υπενθυμίσαμε ότι έχουμε μάθει να προσέχουμε που βάζουμε την υπογραφή μας.

(Σημείωση: Περιττό να αναφερθεί ότι τα όσα δημοσιεύουμε είναι για να μεταφέρουμε την εμπειρία σε όσους ίσως τα περάσουν στο μέλλον και σίγουρα όχι κάποια παράπονα για τα καταπατημένα μας δικαιώματα, μιας και τα έχουμε θάψει μαζί με τις υποχρεώσεις μας προς την κοινωνία)

Την Τρίτη μεταφερθήκαμε στον Κορυδαλλό και στον Αυλώνα για να συνεχίσουμε πια, τον εντός των τειχών αγώνα μας για την ελευθερία και την επανάσταση.


“Η παρτίδα αυτή δεν τελειώνει ποτέ….

Η σειρά των ανταρτών και πάλι…..”

Μερικές δεκάδες πλέον αναρχικών, επαναστατών, ανταρτών όλων των τάσεων βρίσκονται στις φυλακές της Ελλάδας.

Έγκλειστοι (και όχι ηττημένοι) επειδή έζησαν και επειδή έδρασαν όπως αρμόζει σε κάθε άνθρωπο που αγωνίζεται ενάντια στην εξουσία, ως θεσμό και ως σχέση, όπως αρμόζει σε κάθε άνθρωπο που στέκει περήφανα και με θράσος κόντρα στην εποχή του.

Και δεν είναι ηττημένοι επειδή οι εχθροπραξίες δεν λένε να κοπάσουν. Επειδή οι φορείς της ολοκληρωτικής άρνησης αυτού του κόσμου, παρά τα πλήγματα πληθαίνουν, μα κυρίως πεισμώνουν.

Και οι καιροί μας, είναι ένα μεγάλο στοίχημα για την οικοδόμηση του χαοτικού στρατού, μια μεγάλη ευκαιρία για ένα ή καλύτερα για πολλά καίρια και ανεπανόρθωτα χτυπήματα στην κοινωνική δομή και στην ομαλότητα της.

Πριν όμως φτάσουμε στο σήμερα ας αυτοσυστηθούμε.

Επανάσταση σε πρώτο ενικό

Αν και οι επιλογές, οι αγώνες μας, η σύλληψη μας είναι μόνο μια μικρή ψηφίδα που συμπληρώνει το επαναστατικό μωσαϊκό της εποχής μας, νιώθουμε την ανάγκη να εκθέσουμε τις πορείες μας, τις θεωρήσεις μας, τα βιώματα μας για να τα επικοινωνήσουμε με όσους αγωνίζονται συμβάλλοντας στον διάλογο εντός της αναρχικής επαναστατικής κοινότητας.

Την ταυτότητα μας άλλωστε δεν την κρύψαμε ποτέ. Κομμάτι και εμείς του αναρχικού χώρου, προωθούμε μέσα και έξω από αυτόν την επαναστατική/ατομικιστική ανάλυση, ώριμο (και όχι μικροαστικό) τέκνο, βιωμάτων και συνθηκών του 21ου αιώνα.

Και ο ατομικισμός του 21ου αιώνα δεν αναφέρεται ούτε στην ιδεαλιστική του αποτύπωση από γραφιάδες που έζησαν πριν 100 χρόνια, αλλά ούτε και στην “μαρτυρική” πραγμάτωση του από τους απελπισμένους-κομμουνιστές στην θεώρηση-Γάλλους και Ιταλούς παππούδες μας. Άλλωστε, στην πρακτική-θεωρητική μας εργαλειοθήκη υπάρχει το εργαλείο της κριτικής αναλυτικής σκέψης και οι επιρροές μας δεν θα βρεθούν ταυτόσημες με συγκεκριμένες θεωρήσεις του παρελθόντος.

Το γιατί

Ζήσαμε λοιπόν και ζούμε μια ζωή που δεν μας καλύπτει: υλικά και πνευματικά. Γνωρίσαμε και εμείς, όπως και το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο, τις σχέσεις εξουσίας και εκμετάλλευσης, τις στιγμές πλήξης και κενότητας που μας προσφέρθηκαν μέσω του σύγχρονου τρόπου ζωής και των προτύπων του. Εν ολίγοις, ζήσαμε και ζούμε μια αλλότρια ζωή στην οποία μας ΕΠΙΒΛΗΘΗΚΕ να λειτουργούμε ως μηχανές-παραγωγοί για να πλουτίζουν όσοι κατέχουν υψηλότερη θέση στην κοινωνική ιεραρχία. Μια συνθήκη την οποία ΑΠΟΔΕΧΤΗΚΑΜΕ μαθαίνοντας και τελικώς, επιθυμώντας τα όσα αυτή μας προσφέρει, έχοντας ξεχάσει τα όσα πραγματικά έχουμε ανάγκη. Γίναμε καταναλωτές υλικών και θεαμάτων που μετατράπηκαν σε στόχους ζωής. Η ζωή μας κυμαίνονταν και κυμαίνεται ανάμεσα σε 100 σιχαμένα πρέπει, των σχολείων, των πανεπιστημίων, των δουλειών και σε 100 πιο σιχαμένα θέλω, της κοινωνικής ανέλιξης, του πλουτισμού, του υπερκαταναλωτισμού, της ρουφιανιάς, της μετριότητας. Η ζωή μας έμενε κλεισμένη σε διαμερίσματα, βομβαρδισμένη από διαφημίσεις και τηλεοπτικά μηνύματα και περιφερόμενη μπροστά σε χιλιάδες κάμερες ή συχνά εξακριβωμένη από τους φύλακες της τάξης.

Νιώσαμε την μοναξιά, την κενότητα, την μετριότητα, την υποταγή. Νιώσαμε τις αλυσίδες βαθιά βαλμένες στο πετσί και στο μυαλό μας. Αναλάβαμε όμως την δικιά μας ευθύνη για την κατάσταση αυτή, πρώτα ως αντίληψη, και έπειτα αποφασίσαμε να δράσουμε στο εδώ και στο τώρα μην μπορώντας να περιμένουμε άπραγοι τις συνθήκες να «ωριμάσουν». Άλλωστε χωρίς να αποκλείουμε μια συλλογική εξέγερση δεν θα μας κάλυπτε αυτή να γίνει με οικονομικά κίνητρα από μια μάζα ανθρώπων που θα λειτουργεί ως τέτοια, στοχεύοντας απλά σε μια ανώδυνη χαλάρωση των αλυσίδων μας, ή έστω, ακόμη και σε μία συνολική μεταρρύθμιση του υπάρχοντος κόσμου, με μία ανακατάταξη. Ξεκινήσαμε λοιπόν τον δικό μας αγώνα. Και αποφασίσαμε να οπλιστούμε…

Όλοι έχουν ευθύνη

Αν η άρνηση μιας σκλάβας ζωής σήμανε και την κίνηση πολέμου εναντίον των διαχειριστών και των φρουρών της, η οριστική της ισοπέδωση κόλλησε και κολλάει πάνω στην αποδοχή που τυγχάνει από τους υπολοίπους (αυτό)εγκλωβισμένους μέσα σε αυτή.

Ο εχθρός είναι παντού, και ο μπάτσος μέσα στο μυαλό μας:

Πατριαρχικές σχέσεις, ξενοφοβικά παραληρήματα, ένστολες επιθυμίες, εγκατάσταση καμερών σε μικροκαταστήματα, ανάγκη για ασφάλεια και ηρεμία, η ψήφος αρκετών από εμάς, ο ανταγωνισμός και το γλύψιμο στο σχολείο και τις δουλειές. Αξίες και σχέσεις που αδιαμφισβήτητα από τα πάνω προωθήθηκαν μα σίγουρα από τα κάτω οικειοποιήθηκαν. Μικρές ή μεγάλες συμβάσεις και εθελόδουλες καταφάσεις του καθενός δεν μπορούνε να δικαιολογηθούν. Οι ΑΞΙΕΣ, όμως, πραγματώνονται από τις ΕΠΙΛΟΓΕΣ, και το να στερείς την δύναμη της άρνησης από τον ίδιο σου τον εαυτό, είναι μία από αυτές.

Ο πόλεμος μας λοιπόν πρώτα και κύρια είναι ένας πόλεμος αξιών, με όσους συγκρατούν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, συμπαγή την κοινωνική δομή. Έτσι ούτε πρωτοπορία μιας εύπλαστης μαζοποιημένης δυσαρέσκειας θελήσαμε να γίνουμε αλλά ούτε μια ελίτ που πολεμά εναντίον όλων. Αντιλαμβανόμενοι την ικανότητα των από πάνω να διασπάσουν τις ενοχλητικές για αυτούς τάξεις και ομάδες, επανασυλλογικοποιώντας τες πάνω στο ιδεολόγημα της ασφάλειας, και τροφοδοτώντας τες σε αγωγούς ασφαλούς αποσυμπίεσης, σταματήσαμε να αναφερόμαστε σε σύνολα και ομάδες ανθρώπων που είχανε οριστεί ως επαναστατικά υποκείμενα τους περασμένους αιώνες και ορίσαμε ως επαναστατικό υποκείμενο το άτομο.

Για εμάς όλα ξεκινάνε από την διαμόρφωση μιας ατομικής-επαναστατικής συνείδησης που ωθείται και ωθεί τον φορέα της να αμφισβητήσει τον κυρίαρχο τρόπο ζωής, τους θεσμούς του και να συνειδητοποιήσει το μερίδιο ευθύνης του στην διαιώνιση και διατήρηση του υπάρχοντος συστήματος. Να αρνηθεί και να επιτεθεί εν τέλει σε ότι συντηρεί ή εξελίσσει αυτόν τον κόσμο και του καταστρέφει την ζωή, αναζητώντας την ελευθερία.

Απ’ το εγώ στο εμείς

Ο άνθρωπος όμως είναι κοινωνικό ον και όταν η ανάγκη του για επικοινωνία και συλλογικότητα εκφράζεται ταυτόχρονα με την ατομική του συνειδητοποίηση αλλά και την επίγνωση της δύναμης που κρύβει στο μυαλό και στα χέρια του, ανθίζει αυτό που εμείς ονομάζουμε επαναστατικός-ατομικισμός. Οικοδομείται, ταυτόχρονα, μια αρνητική συλλογική συνείδηση που στην επέκταση της καταργεί ρόλους, ταυτότητες, σχέσεις, θεσμούς και δημιουργεί, αυξημένα ποιοτικά και ποσοτικά, χωροχρονικά αναχώματα που είναι ικανά να δημιουργήσουν αυθεντικά, ατομικά/συλλογικά βιώματα αγώνα, ικανά να πραγματώνουν την επανάσταση κάθε στιγμή μέσω της διαρκούς απορρύθμισης των κοινωνικών ισορροπιών.

Είμαστε ο επιθανάτιος ρόγχος της κοινωνίας

Το κοινωνικό σώμα για εμάς δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί σαν κάτι ομοιογενές και να χαρακτηριστεί είτε ως σύμμαχος είτε ως εχθρός. Αποτελείται από διάφορες κοινωνικές ομάδες που απαρτίζονται από διάφορα άτομα. Οι σχέσεις που αναπτύσσονται στα σπλάχνα του είναι διαρκώς μεταβαλλόμενες ανάλογα με τις συγκρούσεις, τις ισορροπίες και τις αντιφάσεις της κάθε εποχής μα ταυτόχρονα και διαχρονικά, σε επίσης μεταβαλλόμενα πρότυπα βαθιάς αλλοτρίωσης, επιβολής ισχύος και άσκησης εξουσίας. Το κοινωνικό σώμα δεν είναι τελικά για εμάς, παρά ένα πεδίο αγώνα. Ενός αγώνα που μπορεί να γίνει κτήμα και έδαφος συνδιαμόρφωσης για όποιον συνειδητά τον αφουγκραστεί, τον οργανώσει, τον εμπλουτίσει μα ταυτόχρονα και να συγκρουστεί με όποιον δεν το κάνει. Και αν λοιπόν ισχυριζόμαστε ότι ο αγώνας μας στρέφεται ενάντια σ’ αυτήν αλλά και σε κάθε κοινωνία, προφανώς δεν εννοούμε ότι στοχοποιεί και όλα τα άτομα που την απαρτίζουν ως υποψήφια θύματα. Κάτι τέτοιο θα ήταν αντιφατικό και αδιέξοδο επειδή είτε γουστάρουμε είτε όχι και εμείς κομμάτι της είμαστε.

Είναι απλά το ότι πιστεύουμε πως από μόνη της η ύπαρξη μαζικής ανθρώπινης κοινωνίας γεννά τους θεσμούς, τις ιεραρχίες, τις εξειδικεύσεις, την καταπίεση, την εκμετάλλευση της φύσης. Ζούμε μέσα της και σχηματίζουμε στο εσωτερικό της μια ισχυρή μειοψηφία που συνωμοτεί ενάντια σε κάθε της έκφανση και υπονομεύει την διαιώνιση της, οργανώνοντας την ξανά σε δομές αντιμαχόμενων στρατοπέδων (με βάση χαρακτηριστικά συνείδησης) και εφαρμόζοντας από τώρα στην πράξη την ύπαρξη, την συνεργασία, την αλληλεγγύη ακόμα και την ενδεχόμενη πολεμική μεταξύ ολιγομελών αυτόνομων κοινοτήτων.

Και ας υπενθυμίσουμε ότι ο αγώνας για εμάς είναι προϊόν της έλλειψης ελευθερίας και αυτοκαθορισμού και όχι αποτέλεσμα των όποιων οικονομικών ανισοτήτων και της «ξεκάθαρης» άσκησης εξουσίας από κάποιο συλλογικοποιημένο υποκείμενο έναντι ενός, εκ των προτέρων, συλλογικοποιημένου αντικειμένου. Για εμάς οι οικονομικές συνθήκες είναι μόνο μια επιταχυντική έκρηξη αρκεί να την διαχειριστούμε έξυπνα.

Καλοδεχούμενη…


Η οικονομική κρίση, μια ακόμα ευκαιρία αγώνα,

μια ακόμα ευκαιρία για την ανάδειξη της νοηματικής κρίσης

“Το αρνητικό αποφαίνεται. Το αναπόφευκτο δεν εξουδετερώνεται και λαμβάνει θέσεις στην αφετηρία της τελευταίας περιπέτειας. Κι αυτή την φορά, από ‘δω μέσα δεν θα βγει κανείς ζωντανός”

Οι κοινωνικές συνθήκες δεν είναι μια στάσιμη κατάσταση άλλα διαφέρουν ανάλογα με τις χωροχρονικές συγκυρίες. Είναι πολύ σημαντικό για έναν επαναστάτη να τις αναλύει και να τις λαμβάνει υπόψιν, ώστε η δράση του να είναι πιο αποτελεσματική. Και προφανώς δεν μιλάμε για αλλαγή των αξιών ή των προταγμάτων του, άλλα για την ευστοχία και την ευλυγισία των πράξεων αλλά και του λόγου του.

Στην προκειμένη ζούμε σε μια περίοδο κοινωνικού crash test ελέω οικονομικής κρίσης. Βλέπουμε μια νέα μοιρασιά του πλούτου από κάτω προς τα πάνω. Τα διλήμματα που δεν προλάβαμε να θέσουμε εμείς στους “ουδέτερους” τα έθεσε ο εχθρός. Δοκιμάζοντας τις αντοχές τους, υπενθυμίζει την θέση τους στην κοινωνική ιεραρχία και κάνει την κατάσταση ξεκάθαρη, τουλάχιστον για όσους δεν είναι τυφλοί. Προφανώς έχει και ένα κόστος…

Και δεν αναφερόμαστε προφανώς στην αύξηση της εγκληματικότητας. Αυτή θα συναντήσει τόσο την καταστολή όσο και την διαχείριση της για να επεκταθεί το αίσθημα ανασφάλειας που έχει γεννήσει. Και η πίτα αφάγωτη και ο σκύλος χορτάτος.

Οι κυρίαρχοι θα προσφέρουν απλόχερα αυτό που ξέρουν με αντάλλαγμα την εργασιακή υπεράξια και την ελευθερία των φοβισμένων πολιτών. Δελτία ειδήσεων, κάμερες και μπάτσους.

Από την άλλη όμως…

Αλβανία, Ιρλανδία, Ελλάδα, Γαλλία, Πορτογαλία, Αγγλία (και όμως), Αραβικές χώρες, η μόνιμα σε αναστάτωση Λατινική Αμερική. Η χειμερία νάρκη των κοινωνικών συγκρούσεων έχει διακοπεί. Και είναι όπως ακριβώς το φανταζόμασταν. Αυτή η επαναδυόμενη δύναμη δεν είναι παρά:

Μερική αλλά και απρόβλεπτη.

Αιτηματική αλλά και συγκρουσιακή.

Με εθνικά χαρακτηριστικά αλλά φορέας ταξικού μίσους.

Έτοιμη να γυρίσει σπίτι της και επίσης έτοιμη να παραμείνει για πάντα στους δρόμους.

Χρησιμοποιώντας τυφλή βία αλλά ταυτόχρονα χαρίζοντας και ουσιαστικές στιγμές αντίστασης.

Κατακερματισμένη άλλα στην αρχή μιας διαδικασίας υποτυπώδους και εμβρυακής συλλογικοποίησης.

Το πρώτο ταρακούνημα το έδωσε ο ίδιος ο εχθρός. Και το δεύτερο είναι προφανώς μια δικιά μας υποχρέωση.

Η πυροδότηση του εμφυλίου επαναστατικού πολέμου, η κοινωνική πόλωση

φαντάζει τώρα ακόμα πιο εφικτή. Η ευθύνη του αναρχικού/επαναστατικού χώρου είναι να ανάψει το φυτίλι που θα πυροδοτήσει αυτήν την ιδιαίτερα εκρηκτική κοινωνική συνθήκη. Και προφανώς δεν θα είναι μια απλή διαδικασία. Άλλωστε “θέλει κόπο, θέλει πείσμα και χαμόγελο και τρόπο”.

Η παρέμβαση στους μερικούς αγώνες, οι όροι, οι ζυμώσεις, οι “συμμαχίες”

“Περιμένετε μια επανάσταση; Ας είναι, η δικιά μου ξεκίνησε εδώ και πολύ καιρό! Όταν θα είστε έτοιμοι (τι ατέλειωτη αναμονή!) δεν με πειράζει να προχωρήσω για λίγο μαζί σας. Όταν όμως σταματήσετε, εγώ θα συνεχίσω τον τρελό και θριαμβευτικό μου δρόμο προς την σπουδαία και ύψιστη κατάκτηση του τίποτα! Κάθε κοινωνία που θα οικοδομήσετε θα έχει τα όριά της. Και έξω από τα όρια κάθε κοινωνίας, ανυπότακτοι και ηρωικοί αλήτες θα περιφέρονται με τις άγριες και βέβηλες σκέψεις τους – σχεδιάζοντας ακόμα νέα και φριχτά ξεσπάσματα εξέγερσης! Θα είμαι ανάμεσά τους.

Και μετά από μένα, όπως και πριν, θα υπάρχουν αυτοί που θα λεν στους φίλους τους: «υποκλιθείτε στον εαυτό σας παρά στους θεούς και τα είδωλα. Βρείτε τι κρύβετε μέσα σας και φέρτε το στο φως, φανερωθείτε».

Γιατί ο καθένας που εξερευνώντας την εσωτερικότητά του, αποσπά ότι είχε μυστηριωδώς θαφτεί μέσα του, καταγίνεται μια σκιά που θα επισκιάσει κάθε μορφή κοινωνίας που μπορεί να υπάρξει κάτω από τον ήλιο!

Όλες οι κοινωνίες τρέμουν όταν η περιφρονημένη αριστοκρατία των αλητών, των αποκλεισμένων, των μοναδικών, κυριάρχων του ιδανικού και κατακτητών του τίποτα, προχωρά αποφασιστικά στο βέβηλο και λυτρωτικό της έργο. Λοιπόν, εικονοκλάστες, εμπρός!”

Ειδικότερα αυτή τη περίοδο το μείγμα στο κοινωνικό καζάνι μπορεί να χαρακτηριστεί εύφλεκτο.

Θα ήταν λάθος μας να αφήσουμε αυτές τις ευκαιρίες να παν χαμένες. Ακόμα μεγαλύτερο βέβαια, θα ήταν να μας αφομοιώσει το δυσαρεστημένο πλήθος. Αυτό που εμείς λέμε είναι πως μπορούμε και πρέπει να αποσπάσουμε εμείς από αυτό τις μειοψηφίες που δεν αρκούνται σε περιπάτους, ψηφίσματα, συμβολικές συγκρούσεις.

Δεν έχουμε να χάσουμε τίποτα λοιπόν από την παρέμβασή μας στους κοινωνικούς αγώνες, αρκεί βέβαια να πηγαίνουμε εκεί με ξεκάθαρες προθέσεις. Την εκτροπή, την επικοινωνία, την διάχυση, αλλά ταυτόχρονα την προστασία και ταυτόχρονη προπαγάνδιση των σκοπών μας. Η κριτική συμμετοχή είναι αυτή που μπορεί, κατ’ εμάς να πάει την “φάση” μπροστά και όχι η ταύτιση ή η τυφλή ακολουθία της κάθε διεκδίκησης.

Δεν είναι όλοι οι αγώνες ίδιοι, όπως και να έχει. Και οι αντιφάσεις πρώτα και κύρια χτυπούν τους αναρχικούς που συμμετέχουν σε αυτές.

Οι “μπάτσοι του μυαλού”, καθηγητές που χαρίζουν αποβολές, ειδικευμένη γνώση και αξίες αυτού του κόσμου όχι λίγες φορές έχουν μετατραπεί σε αγωνιστές δασκάλους, οι φορτηγατζήδες που συνεπλάκησαν με τα ΜΑΤ φορούσαν αρχαιοελληνικά μπλουζάκια και χειροκροτούσαν τον βασιλιά Κωνσταντίνο. Οι “ήρωες” μετανάστες, τα “κολασμένα αδέρφια μας” (τουλάχιστον οι περισσότεροι) δεν αναζητούν παρά να ανελιχθούν και να ζήσουν το “δυτικό όνειρο”.

Για να μην παρεξηγηθούμε και για να καταλήγουμε πρέπει να σταματήσουμε να μιλάμε για σύνολα ανθρώπων, πόσο μάλλον στο όνομά τους και να ψάχνουμε τις στιγμές, τις σχέσεις, τις αρνήσεις εκείνες που δεν μπορούν να αφομοιωθούν απ’ τα αιτήματα και μπορούν να μετατραπούν σε πραγματικό κίνδυνο για το κράτος και την κοινωνία του.

Να αγκαλιάσουμε όσους είναι έτοιμοι πριν από όλα να αρνηθούν τον ρόλο τους (μετανάστες, δάσκαλοι, γιατροί, γενικότερα “καταπιεσμένοι”) και να συγκροτήσουν την επαναστατική κοινότητα που δεν παρακαλά, μα αγωνίζεται.

Το στοίχημα μας είναι εδώ, ανοιχτό για τον καθένα και την καθεμιά που σταματά να θυματοποιεί την ύπαρξή του και να αναγνώθει την δύναμη μέσα του.

Ας είμαστε έξυπνοι, ας είμαστε πονηροί, ας σταθούμε δίπλα σε όσους αγωνίζονται.

Να σταματήσουμε να ενθουσιαζόμαστε και να καταναλώνουμε θεάματα αγώνων, να γίνουμε ουσιαστικοί, να βιώσουμε την ουσία, να σπείρουμε το χάος που το ‘χουμε και μέσα μας.

Η συμβολή των αναρχικών στην όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων, η οργάνωσή τους, η επαναστατική προοπτική….

Για όσες και όσους αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα της εποχής (ή καλύτερα την κρισιμότητα της κάθε εποχής) και την σημασία του αναρχικού/απελευθερωτικού/επαναστατικού αγώνα μέσα σε αυτήν, τίθεται επιτακτικά το εξής ερώτημα.

Τι να κάνουμε;

Οι τρόποι οργάνωσης, οι δομές μας, τα μέσα αγώνα, η έξυπνη διαχείρισή τους, η γλώσσα που χρησιμοποιούμε, τα σημεία σύνδεσης και ρήξης με τους όποιους μερικούς αγώνες, οι στόχοι, άμεσοι και μελλοντικοί. Θέματα τα οποία έχουν δεχτεί χιλιάδες προσεγγίσεις από τους αγωνιστές, τους επαναστάτες, τους αντάρτες του κάθε τόπου και της κάθε περιόδου. Το ζήτημα της οργάνωσης και των στόχων της επαναστατικής κοινότητας έχει πολλές πτυχές και δεσμευόμαστε να τις προσεγγίσουμε αναλυτικά σε επόμενα κείμενα. Προς το παρόν κρίνουμε χρήσιμο να παρουσιάσουμε εν συντομία την δική μας προσέγγιση και οπτική.

Απ’ την ατομική συνειδητοποίηση μέχρι την γιγάντωσή της μέσω της συλλογικότητας

Η συνάντηση των ατόμων που έχουν συνειδητοποιήσει πως ο σύγχρονος τρόπος ζωής δεν τους καλύπτει είναι το πρώτο βήμα για την ανάπτυξη της ανατρεπτικής δράσης και της διαδικασίας ζύμωσης απελευθερωτικών ιδεών και πρακτικών. Αυτή η συνάντηση επιτυγχάνεται μέσω της δημιουργίας άτυπων παρεών, συλλογικοτήτων και ομαδοποιήσεων συγγένειας (σε πρώτο επίπεδο μεταξύ φίλων). Μέσα σε αυτές τα άτομα εκτός από το να περάσουν πιο οργανωμένα στη δράση, μπορούν να επικοινωνήσουν τις αντιλήψεις, τους προβληματισμούς, τις αρνήσεις και επιθυμίες, τους φόβους και το όνειρα τους. Οι ομαδοποιήσεις αυτές, όπως τουλάχιστον έχουμε βιώσει εμείς, παρά τις ειλικρινείς προθέσεις και την πολλές φορές αποτελεσματικότητά τους στους στόχους που βάζουν, έχουν το αρνητικό στοιχείο του ότι, λόγω ακριβώς αυτής της χαλαρής σχέσης μεταξύ των ατόμων, σε κάποιο χρονικό διάστημα αποδυναμώνονται και τελικά διαλύονται με μερίδα των ατόμων που τις απάρτιζαν να στρέφονται απογοητευμένα στην ιδιώτευση.

Το στοίχημα για την μετάβαση από την παρέα-ομάδα στην οργανωμένη μειοψηφική υποδομή

Το πέρασμα από την ομάδα στην οργανωμένη υποδομή δεν είναι ζήτημα χρησιμοποίησης κάποιων υπερβολικών και ουσιαστικά κενών λέξεων. Έγκειται στην ίδια την αντίληψη και την οργάνωση των αρνήσεων μας. Είναι η απόπειρα για να απονοηματοδοτηθούν και να βιωθούν οι λέξεις: ευθύνη, δέσμευση, συνέπεια, συνέχεια, εξέλιξη, συντροφικότητα, αφοσίωση. Η συμμετοχή και η οργάνωση σε μια επαναστατική υποδομή έχει απαιτήσεις. Απαιτήσεις που προφανώς συναποφασίζονται από όλους τους μετέχοντες στην βάση του σεβασμού στην ατομικότητα αλλά και στο κοινό πάθος για αγώνα. Ένας ολόκληρος κόσμος μένει να ανακαλυφθεί, ένας άλλος μένει να ισοπεδωθεί, όχι μονάχα από φίλους αλλά από συντρόφους και συμπολεμιστές.

Κύκλοι αυτομόρφωσης, πρακτικές γνώσεις, σκέψεις για το μέλλον του αγώνα, στήσιμο των στρατηγικών σχεδίων που κρίνεται σκόπιμο να χρησιμοποιηθούν, στιγμές κοινά βιωμένης επίθεσης και μάλιστα σε διάρκεια χρόνου. Οι σχέσεις έτσι συσφίγγουν και κρατάν καλά κλειστή την πόρτα στις ιεραρχίες, τις εξειδικεύσεις, την σιωπή στις κουβέντες από τους “περισσότερο ντροπαλούς”. Ταυτόχρονα, οι κοινές εμπειρίες, η σταδιακή σύγκλιση των θεωρήσεων, οι συγχρονισμένοι πια ρυθμοί καλωσορίζουν στην ομάδα την έννοια της εξέλιξης αλλά και την γρήγορη διάγνωση των συνθηκών (εσωτερικών-εξωτερικών) που προκύπτουν, κάνοντας έτσι πιο εύστοχη την παρέμβαση, διόρθωση ή και πολεμική απέναντί τους.

Στο σημείο αυτό δεν θα ήταν άσκοπο να αναφέρουμε το ζήτημα των μέσων. Το δίπολο νόμιμο-παράνομο μέσο θα πρέπει άμεσα να ξεπεραστεί από κάθε αγωνιστή όχι όμως και η προσεκτική επιλογή του. Δεν είναι μόνο ότι κάθε περίπτωση κρίνεται διαφορετικά, λ.χ. ότι το μοίρασμα κειμένων μπορεί να είναι πιο αποτελεσματικό στην μια περίπτωση, ενώ σε μια άλλη ένας εκρηκτικός μηχανισμός μπορεί να έκανε “καλύτερα τη δουλειά”. Αυτό προφανώς και ισχύει αφήνοντας το στην ώριμη κρίση όσων ξέρουν να μην φετιχοποιούν αλλά και να μην αφορίζουν.

Για εμάς οι εκδηλώσεις, οι αφισοκολλήσεις, οι πορείες, οι συγκρούσεις στους δρόμους, τα σπασίματα και οι μπογιές, οι δυναμικές ενέργειες άμεσης δράσης συνθέτουν τον ενιαίο και πολύμορφο επαναστατικό αγώνα. Η διάδοση του λόγου μας και των πράξεών μας, μπορεί να πραγματωθεί με πολλούς τρόπους. Αν κάπου απλά θέλουμε να εφιστήσουμε την προσοχή στους νέους συντρόφους και συντρόφισσες, είναι να προσέχουν όχι το ποιό μέσο χρησιμοποιούν, αλλά τον τρόπο που το κάνουν.

Η συνωμοτικότητα (ή όπως καλύτερα είχε ειπωθεί “η θέληση για ανωνυμία”), το χαμηλό προφίλ, τα προσεκτικά ραντεβού, τα παιχνίδια με τον λόγο έτσι ώστε να μην ταυτίζεται π.χ. ο λόγος σε μία αφίσα, με τον λόγο μιας επιθετικής ενέργειας, είναι ζητήματα που δεν πρέπει να ξεπεραστούν στα γρήγορα, από τους νέους επαναστάτες.

Και προφανώς δεν μιλάμε για διαχωρισμό των ανθρώπων που αγωνίζονται σε παράνομους και νόμιμους. Την γλώσσα των μπάτσων μας είναι αδύνατο να την αναπαράγουμε. Αντιθέτως, κρίνουμε αναγκαίο ο αντάρτικος λόγος να συγγενεύει και να μην εχθρεύεται τον δημόσιο.

Ίσως απλά να πρέπει να αναθεωρήσουμε τους τρόπους π.χ. που γίνεται ένα μοίρασμα ή μια αφισοκόλληση ή απ’ την άλλη να μάθουμε να χρησιμοποιούμε τον λόγο, έτσι ώστε να έχουμε την δυνατότητα να κάνουμε τον εχθρό να μας αναζητά σε ένα ομιχλώδες τοπίο. Δεν θέλουμε να επεκταθούμε παραπάνω δημόσια, απλά μεταφέρουμε τις σκέψεις μας για όσους συνεχίζουν και τολμάν να αγωνίζονται, για να τις κρίνουν και να τις εξελίξουν.

Εν κατακλείδι, είμαστε δίπλα και έχουμε μεγάλη εμπιστοσύνη στις νέες γενιές των επαναστατών, ότι θα ξεπεράσουν τα δικά μας λάθη και αγκυλώσεις και όπως η δικιά μας γενιά θα παραδώσουν στους επόμενους πιο ολοκληρωμένες, πιο στοχευμένες, πιο σκληρές, πιο προσεκτικές εμπειρίες αγώνα από αυτές που παρέλαβαν.

Οι υποδομές επίθεσης,
το διάχυτο επαναστατικό αντάρτικο,
οι μύθοι, η πραγματικότητα, οι συκοφαντίες

“Η ίδια η επαναστατική δράση, ακόμη και το γεγονός ότι εξοπλιζόμαστε, ότι προετοιμαζόμαστε, ότι εφοδιαζόμαστε, το γεγονός ότι προβαίνουμε σε πράξεις που παραβιάζουν την αστική νομιμότητα, δημιουργεί μια συνείδηση, μια οργάνωση, τις επαναστατικές συνθήκες.”

Για δεκαετίες, ο αναρχικός χώρος στην Ελλάδα (και προφανώς δεν αναφερόμαστε σε καμία επίσημη γραφειοκρατική και αριστερίζουσα εκδοχή του) , λόγω θεωρητικών διαφωνιών, εσωτερικών προστριβών, μικροπολιτικής, φόβου, εμμονής στην θεαματική προσέγγιση της βίας, έμενε κατά βάση αμέτοχος στο ζήτημα της ένοπλης αντιπαράθεσης με τις δυνάμεις του κράτους, αφήνοντας την “ευθύνη” αυτή στις ένοπλες οργανώσεις της αριστεράς (με ελάχιστες αλλά φωτεινές εξαιρέσεις).

Η ίδια η θεαματική εικόνα της ένοπλης πάλης, σε συνδυασμό με την μη απομυθοποίησή της, τόσο από τους δράστες, όσο και από τους “θεατές”, αναπαρήγαγε την ένοπλη σύγκρουση αλλά και γενικότερα την αντάρτικη δράση ως μία συνθήκη διαχειρίσιμη μόνο από κάποια ειδικευμένα κομάντο. Το περιθώριο για όσους έβλεπαν την αναγκαιότητα αυτών των μορφών αγώνα, μετατοπίστηκε από την συμμετοχή σε αυτές, και κυμάνθηκε κάπου ανάμεσα στα κουτσομπολιά των καφενείων και στο χειροκρότημα από τον καναπέ.

Προφανώς, τα χρόνια από την μεταπολίτευση ως το 2002, η συμμετοχή των αναρχικών στις κοινωνικές κινητοποιήσεις (που πολλές φορές έπαιρναν έντονα συγκρουσιακά χαρακτηριστικά) αλλά και το αντάρτικο χαμηλής έντασης (σπασίματα και εμπρησμοί με ισχνό λόγο συνοδευμένο από μία τυπική έκφρασή αλληλεγγύης στους εκάστοτε φυλακισμένους αγωνιστές) έφερε ουσιαστικά αποτελέσματα τόσο στην αριθμητική αύξηση του α/α χώρου, όσο και στην όποια κεκτημένη εμπειρία άμεσης/συνωμοτικής δράσης.

Η εξάρθρωση της Ε.Ο. 17 Νοέμβρη, ήταν ένα σημείο σταθμός για όσους και όσες αντιλαμβάνονταν την αναγκαιότητα και σημασία της συνέχισης της ένοπλης δράσης.

Το κενό των χτυπημάτων, που θα ενέπνεαν άλλους αγωνιστές, που θα έπλητταν την εικόνα του “παντοδύναμου” κράτους, στους καιρούς της πιο ξεδιάντροπης συνθηκολόγησης της αριστεράς, άρχισαν να καλύπτουν ένοπλες ομάδες με πιο έντονα αναρχικά/αντιεξουσιαστικά χαρακτηριστικά και φρασεολογία.

Λίγα χρόνια αργότερα, στα πλαίσια της διαλεκτικής εξέλιξης, γεννήθηκαν ομάδες και οργανώσεις με ξεκάθαρη αναρχική φρασεολογία (ακόμα και εάν χρησιμοποίησαν ή χρησιμοποιούν “αιρετικό” λόγο).

Η εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008, έδρασε καταλυτικά και πολλαπλασιαστικά για τις ομάδες αυτές, για την αντάρτικη τάση της εποχής μας, για το στέριωμα αυτού που ονομάζεται, όχι άδικα, νέο αντάρτικο πόλης.

Ο ορισμός “νέο” δεν χρησιμοποιείται για να το αποκόψει από τις ρίζες του, την ιστορική παρακαταθήκη που παρέλαβε, να το αυτονομήσει χρονικά στην συνέχεια των αγώνων που έχουν εκδηλωθεί ιστορικά (πράγμα αδύνατο όπως και να’ χει) αλλά για να αναδείξει τις κατ’ εμάς αναγκαίες και γόνιμες ρήξεις με την θεωρητική φαρέτρα που του παραδόθηκε.

Το αντάρτικο πόλης της δικιάς μας γενιάς δεν μίλησε από επιλογή, με οικονομικούς ή αμυντικούς όρους για να δικαιολογήσει κοινωνικά την ύπαρξή του.

Χάραξε και χαράζει την δική του τροχιά μιλώντας βιωματικά, άμεσα και προσιτά, όχι τόσο για να εδραιωθεί στην τόσο εύπλαστη κοινωνική συνείδηση (αν τελικά υπάρχει ως ενιαίο κτήμα), αλλά για να συγκροτήσει/συνδιαμορφώσει αποκλειστικά με όσους αγωνίζονται την επαναστατική κοινότητα και την δική της συνείδηση.

Ήταν και είναι, τόσο μια συνιστώσα ενός ευρύτερου ριζοσπαστικού και πολύμορφου αγώνα, όσο και μία ΔΙΑΡΚΗΣ ΠΡΟ(Σ)ΚΛΗΣΗ για κάθε ενδιαφερόμενο, μια ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΚΙΝΗΣΗΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ, ΕΝΑΣ ΤΡΟΠΟΣ ΖΩΗΣ.

Είναι γεγονός ότι δεν αναζήτησε την κοινωνική αποδοχή αλλά τις ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΝΕΝΟΧΕΣ.

Μας είναι ακόμη και τώρα παγερά αδιάφορη, αν όχι εχθρική η κριτική, η “κατανόηση” ή το χειροκρότημα των καναπεδόφιλων, των προοδευτικών, όσων δεν αγωνίζονται (και δεν αναφερόμαστε μόνο στον ένοπλο αγώνα σε αυτό το σημείο) και δεν είναι αυτοί το κριτήριο για να πράξουμε, για να ζήσουμε.

Συγχρόνως, αν σε κάτι πραγματικά προσδοκούμε είναι τόσο η κριτική όσο και η συνδιαμόρφωση κοινών αγώνων, όσων με χίλιους τρόπους παλεύουν και ονειρεύονται την καταστροφή αυτού του κόσμου.

Το νέο αντάρτικο πόλης βέβαια, διέσχισε και διασχίζει την δική του πορεία, μια πορεία που προφανώς γνώρισε και προσπέρασε τα δικά του λάθη και αντιφάσεις, κάτι το οποίο συμβαίνει σε κάθε υγιή εξελικτική πορεία μιας τάσης και πρότασης αγώνα.

Η αυτοκριτική όσων το απαρτίζουν, είτε πίσω από τα κάγκελα, είτε έμπρακτα μέσω της ίδιας της συνέχισης των εχθροπραξιών, αποτελεί για εμάς βασικό στοιχείο για την προώθησή του αλλά και την συνεχή αναπροσαρμογή του πάνω στην έννοια της διαρκούς βελτίωσης, ευστοχίας, οξύτητας.

“Η βαθιά καλή προαίρεση της αυτοκριτικής υποβάλλει τις ιδέες σε μια ακατάπτωτη και εξαντλητική ανάκριση. Η ετυμηγορία με την προσήκουσα αυστηρότητα που αρμόζει στην προσήλωση στην επαναστατική υπόθεση, αποφασίζει ανενδοίαστα

την απόρριψη των χειρισμών που αναπαύονται πλέον στην φαρέτρα του αντιπάλου. Σαλπάρει χωρίς καθυστέρηση από το συναισθηματικό αγκυροβόλι, ανατινάσσει χωρίς να αφήνει ίχνη τα υπολείμματα της ψευδούς συνείδησης, καταστρέφει αδίστακτα ότι την αποπροσανατολίζει και την καθυστερεί.”

Είναι απόλυτα φυσικό και όμορφο στα πλαίσια μιας εγγενούς και πρόσφατα συνειδητοποιημένης/βιωμένης ζωτικότητας και όρεξης για δράση να υπάρχει τόσο ενθουσιασμός όσο και η βιασύνη. Τα δύο αυτά βασικά συστατικά του χαρακτήρα ενός νέου επαναστάτη είναι αναγκαίο να συνοδεύονται από την κατάλληλη διαχείρισή τους έτσι ώστε να αποφευχθεί μία άσκοπη έκθεση στην καταστολή. Ο πόλεμος που διεξάγουμε είναι ατέλειωτος, κάθε κίνηση πρέπει να είναι καλοζυγισμένη
και καλοδουλεμένη και όχι προϊόν παρόρμησης.

Πρέπει να μάθουμε να διαχωρίζουμε τον πόλεμο με τον εχθρό από την υποτίμησή του. Τα μεγάλα όνειρα δεν είναι αναγκαίο να συνοδεύονται από μεγάλα λόγια αλλά από εύστοχες πράξεις και κριτικές αναλύσεις.

Να συνειδητοποιήσουμε ότι η κριτική και η ρήξη με την επίσημη και ορθόδοξη επαναστατική γραμμή της κάθε εποχής ενέχει μια μεγάλη ευθύνη για όσους την ασκήσουν. Την ευθύνη για την οργάνωση και το στέριωμα της δικής τους “τάσης” και όχι την ευκαιριακή ενασχόληση μαζί της.

Οι σχέσεις και η συνειδητοποίηση σίγουρα δεν φτιάχνονται μόνο στα αμφιθέατρα αλλά και πάνω στην δράση,πάνω στα κοινά μας βιώματα. Θα πρέπει να βρούμε την ισορροπία ανάμεσα στην θέληση για δράση και στην θέληση για θεωρητική ζύμωση. Την ισορροπία ανάμεσα στην ποιότητα και ποσότητα των στόχων και στην ποιότητα και ποσότητα των σχέσεων και των αναλύσεων μας.

Να διαφυλάξουμε τα μυστικά του επαναστατικού πολέμου από τους χομπίστες. Ο αγώνας χρειάζεται αφιερωμένους ανθρώπους να τον εντείνουν και δεν αντέχει άλλες σιωπηρές ιδιωτεύσεις, αποχωρήσεις, αποκηρύξεις πάνω στις στραβές.

Αναζητούμε την ουσιαστική και βιωματική αποτύπωση του εαυτού μας, των συμπολεμιστών μας, των εργαλείων απελευθέρωσης μας, της έννοιας της καταστροφής στις ίδιες μας τις ζωές. Να εξορίσουμε τις θεαματικές απεικονίσεις εσαεί από τις εγκεφαλικές μας διεργασίες.

Αν γίνεται μία έμμεση αναφορά σε κάποια από τα βιώματά μας, εκθέτοντας και απολογίζοντας τα δημόσια και με αμεσότητα, δεν γίνεται για να δώσουμε παραπάνω τροφή σε πηγαδάκια αδράνειας και σε ειδικούς επί του θέματος, κουτσομπόληδες.

Δεν αποτελούμε παρά μια μικρή αλλά περήφανη μειοψηφία αυτής της τάσης και έχοντας την συνείδηση για την καθαρότητα των επιλογών μας και για το ξεπέρασμα των δικών μας λαθών θέλουμε να μοιραστούμε τις εμπειρίες του δικού μας ταξιδιού. Τις μικρές μας ήττες και τις μεγάλες μας νίκες. Νίκες που δεν μετριούνται με στρατιωτικούς όρους (τουλάχιστον όχι μόνο από αυτούς) αλλά είναι ένα κράμα στιγμών και εμπειριών που αποκομίζουμε ως πολεμιστές της επανάστασης.

Την φθορά (μικρή ή μεγάλη) που προκαλούμε στον εχθρό, την ευτυχία που βιώνουμε όντας 100% δοσμένοι στον αγώνα, τον νικημένο φόβο κατά την διάρκεια μιας επίθεσης, τα χαμόγελα μετά την εκδήλωσή της, τις πολύτιμες σχέσεις που άντεξαν και αντέχουν, τις οργανώσεις και ομάδες που στους πιο δύσκολους καιρούς συνεχίζουν, αυτές που τώρα με θράσος ξεπηδούν…

Η λίστα αυτή ακόμα γράφει.

Γιατί η ιστορία μετράει τις σιωπές, αλλά σίγουρα μετράει και τους αγώνες και ο δικός μας αγώνας δεν θα ‘χει τελειωμό.

Το στοίχημα που βάλαμε έχει ήδη κερδηθεί. Τα ονόματα των οργανώσεων και των αγωνιστών δεν έχουν πια καμία σημασία και το πολεμικό μας κάλεσμα βρήκε αντίκρισμα στις καρδιές και τις σκέψεις όσων δεν πρόκειται να ψοφήσουν σαν δούλοι σε αυτόν τον σκατόκοσμο. Ήδη νέοι επαναστάτες, νέοι αντάρτες επεξεργάζονται τις δομές μας και τις επιλογές του αγώνα.

Και όσο αυτή η αλυσίδα δεν σπάει, η δικιά μας εμπλοκή, ο δικός μας μικρός κρίκος σε αυτήν δεν μπορεί να θεωρηθεί χαμένος.

Εν κατακλείδι…

Η σύνδεση των επαναστατικών υποδομών,τα αφορμαλιστικά δίκτυα συντονισμένης δράσης, η οικοδόμηση του χαοτικού στρατού

“Το αρνητικό αναγνωρίζει την απεραντοσύνη των καθηκόντων που καλείται να υπηρετήσει. Επαναφέρει στο ιστορικό προσκήνιο τις συναντήσεις που αποφεύχθηκαν, είτε επειδή λόξευσαν από την ρότα και τις ανάγκες του χρόνου είτε λόγο εσφαλμένων χειρισμών.”

Η επικοινωνία, ο συντονισμός δράσης, η ανάδειξη από κοινού θεματικών, η ανταλλαγή κριτικών απόψεων, η αλληλοβοήθεια είναι το επόμενο βήμα για την οργάνωση των επαναστατών, για την ποιοτική και ποσοτική αναβάθμιση του αγώνα. Η διαφορετικότητα στις αντιλήψεις και στις πρακτικές, η αυτονομία της κάθε υποδομής (όπως και αυτής των ατόμων που την απαρτίζουν) δεν πρέπει να συνεπάγονται και την διασπασμένη δράση, τουλάχιστον όχι σε ένα συνεχές. Αντιθέτως η διαφορετικότητα αυτή αν επικοινωνηθεί, καλλιεργηθεί, συνδεθεί με γόνιμους όρους είναι ο πλούτος που από κοινού μοιράζονται όσοι αγωνίζονται. Αυτό που σε πρώτη φάση είναι αναγκαίο είναι η κατάκτηση της συνείδησης του ΚΟΙΝΟΥ ΑΓΩΝΑ. Τότε μπορούν να ξεπηδήσουν (και το τονίζουμε όχι απαραίτητα) συνεργασίες, ζυμώσεις, συμπλεύσεις. Η ανταλλαγή θεωρητικών διαφωνιών αλλά και η ανταλλαγή πληροφοριών δράσης μπορεί να φέρει τόσο την συνδιαμόρφωση κοινού δημόσιου λόγου με αποτέλεσμα την μεγαλύτερη και πιο εύστοχη δυνατή απεύθυνση όσο και την συνδιαμόρφωση κοινών στόχων και ανάδειξης θεματικών με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο πλήγμα στον εχθρό. Πλέον η ατομική εξέλιξη και συνειδητοποίηση θα αναπτύσσεται ταυτόχρονα τόσο με την συλλογική όσο και με την διασυλλογική. Τα οριζόντια-χαοτικά δίκτυα πολύμορφης αναρχικής/επαναστατικής δράσης είναι μια διαδικασία εφικτή, μία διαδικασία αναγκαία, για να συντεθεί το περισσότερο δυνατό, η κατακερματισμένη κοινότητα της άρνησης αλλά και για να σημάνει από τα πριν το τέλος κάθε προσπάθειας ιεραρχικής δόμησής της.

Από τα παράνομα ραδιόφωνα ως τις καταλήψεις. Από τα εγχειρήματα αντιπληροφόρησης και τις εκδόσεις έντυπου υλικού έως και τις συνελεύσεις αλληλεγγύης. Από τις ομάδες σαμποτάζ έως τις ένοπλες οργανώσεις. Από τις ομάδες περιφρούρησης και ιατρικής ή νομικής κάλυψης στις πορείες έως τα δίκτυα στήριξης των φυγόδικων συντρόφων. Ας μάθουμε από τις κινήσεις του εχθρού και τον συντονισμό των δυνάμεων του και ας πράξουμε το ίδιο. Ή το ακόμα χειρότερο. Η ενοποίηση αυτού του κόσμου σε μία «ενιαία ακατανίκητη καταστρεπτική δύναμη», ας ξαναγίνει σκοπός των επαναστατών του σήμερα.

Μια πρώτη απόπειρα συγκρότησης ενός τέτοιου δικτύου αγώνα έχει ήδη τεθεί σε εφαρμογή. Η άτυπη αναρχική ομοσπονδία-διεθνές επαναστατικό δίκτυο που συναποτελείται από ομάδες και οργανώσεις από όλο τον κόσμο με σκοπό των συντονισμό δράσεων και της προσέγγισης θεματικών δίνει την δική του οπτική οργάνωσης του αγώνα. Διαφυλάττοντας τους κανόνες συνωμοτικότητας, άνθρωποι που αντιλήφθηκαν την ύπαρξη των κοινών τους αναφορών και τόπων σύνδεσης, πράξης και θεωρίας έστησαν και εξελίσσουν μέσω της επικοινωνίας τους από τον γραπτό δημοσιευμένο τους λόγο μια πλατφόρμα σκέψης και δράσης. Κάτι ανάλογο οφείλει να γίνει και είναι στα σκαριά από τους φυλακισμένους επαναστάτες σε όλο τον κόσμο. Κάτι ανάλογο μπορεί και πρέπει να δημιουργηθεί σε όλα τα πεδία που εκδηλώνεται ο επαναστατικός πόλεμος και συντίθεται ο αναρχικός/απελευθερωτικός αγώνας. Είναι στο χέρι μας, η οργάνωση, το στέριωμα, το βάθεμα, η γιγάντωση, η συλλογικοποίηση των αρνήσεων μας. Οι καιροί το απαιτούν οι συνειδήσεις το επιτάσσουν…

Ας προετοιμάσουμε την οικοδόμηση του χαοτικού στρατού…

Ήμασταν και θα είμαστε κομμάτι όσων αγωνίζονται για την σύνδεση και όχι για την ρήξη των μορφών πάλης.

Πιστεύουμε και εμείς πως τα χέρια του καθενός είναι ικανά να κάνουν και των δύο ειδών μολύβι να κροταλίσει.

Προωθούμε και στηρίζουμε την πολυμορφία του αναρχικού επαναστατικού αγώνα χωρίς να κρύβουμε τον απώτερο στόχο μας:

τον πολλαπλασιασμό των αντάρτικων οργανώσεων, την κοινωνική πόλωση, τον εμφύλιο επαναστατικό πόλεμο ως απαραίτητη συνθήκη για την ισοπέδωση της κοινωνικής μηχανής.

Σε αυτήν μας την προσπάθεια, στην προσπάθεια οργάνωσης ενός αντάρτικου μετώπου, στις 13 Γενάρη συλληφθήκαμε και στις 18 του ίδιου οδηγηθήκαμε ως αιχμάλωτοι πολέμου στις φυλακές του εχθρού.

Ο εγκλεισμός δεν συνεπάγεται την ήττα

Υπάρχει και εκείνο το σημείο στην πορεία ενός επαναστάτη που θα πέσει στα χέρια του εχθρού. Χωρικά, αυτή η αιχμαλώτιση κάποιου πολέμιου της κυριαρχίας θα πραγματωθεί στις φυλακές, ενώ χρονικά υπάρχει διακύμανση- από μερικούς μήνες έως και δεκαετίες.

Αυτό που οδηγεί όμως έναν επαναστάτη στην αιχμαλωσία δεν είναι άλλο από τις ίδιες τις επιλογές του. Οι καταστάσεις που βιώνουμε διαμορφώνονται βάσει των αποφάσεων που έχουμε επιλέξει να θέσουμε σε εφαρμογή και εν συνεχεία να υπερασπιστούμε. Ως αναρχικοί επαναστάτες, επόμενο είναι να γνωρίζουμε και εν τέλει να αναλογιστούμε πως κάθε επιλογή συνοδεύεται και με το ανάλογο κόστος. Εντός αυτών των πλαισίων, κάθε επαναστάτης γνωρίζει ή τουλάχιστον ΟΦΕΙΛΕΙ να γνωρίζει (εμπειρικά και με ιστορική βάση) το συγκεκριμένο τίμημα, από την απώλεια κοινωνικών δεσμών και την φυλάκιση, μέχρι τον θάνατο και να είναι προετοιμασμένος για αυτό.

Από το μεγαλύτερο χάσιμο, έχουμε μάθει να κερδίζουμε τα πάντα

Κάθε επαναστατικός σχεδιασμός, γίνεται με πλήρη ανάλυση όλων των αιτιατών, των πεδίων εφαρμογής του (συνεκτιμωμένων των συνθηκών) και σίγουρα των αποτελεσμάτων του (σε όλες τους τις πτυχές). Το τίμημα αυτό, αρκετές φορές είναι υπό την μορφή της τιμωρίας. Η κυριαρχία, πρωτίστως γνωρίζει ότι κανένα σωφρονιστικό σύστημα δεν δύναται να λειτουργήσει κατά τον τρόπο με τον οποίο έχει αρχικοποιηθεί, όταν εφαρμόζεται πάνω σε έναν συνειδητά εχθρό της.

Έτσι, ο εγκλεισμός των επαναστατών, δεν αποσκοπεί στον σωφρονισμό τους αλλά:

1.Στην υλική εξόντωση τους, στην ποσοτική μείωση του επαναστατικού δυναμικού.

2.Στην αποκοπή του επαναστάτη από τα πεδία των κοινωνικών και επαναστατικών ζυμώσεων και διεργασιών.

3.Στον παραδειγματισμό που απευθύνεται σε όσους αποπειραθούν ή έστω σκεφτούν την πραγμάτωση κάθε ανατρεπτικού σκεπτικού ή σχεδίου.

Τέλος, ο εγκλεισμός στα δεσμωτήρια του εχθρού επιχειρεί να αναδείξει την θεαματική υπεροχή της κυριαρχίας, το εμπόλεμο συγκρουσιακό της σύγκρισης(«έχω προκαλέσει χ πλήγματα στον εχθρό και αυτός ν σε εμένα»).Ένα μήνυμα του τύπου «να ποιος έχει το πάνω χέρι» με απεύθυνση προς το ουδέτερο κοινωνικό σώμα.

Όταν η τιμωρία μάς βρίσκει περήφανους και έτοιμους να την αντιμετωπίσουμε χάνει την πραγματική της χρήση. Όταν από την άλλη, ο φόβος κυριαρχεί πάνω μας και επηρεάζει την κάθε μας επιλογή, μπαίνοντας πάνω από την ουσία της ίδιας της επιλογής, τότε η τελευταία χάνει τον επαναστατικό της χαρακτήρα.

Πείσμα-δύναμη-συνέχεια του αγώνα ολικά και συνολικά

Σε κάθε επαναστάτη υπάρχει έμφυτη μία ισχυρή δόση δύναμης. Είναι η ίδια δύναμη που έχει ασκήσει-ασκεί-και θα συνεχίσει να ασκεί πάνω στο υπάρχον. Η τριβή μεταξύ των επαναστατικών αυτών δυνάμεων που βάλλουν ενάντια στο κράτος αναπτύσσει μία αμφίδρομη σχέση, μία σχέση ενίσχυσης ή ελάττωσης, η οποία πρωτίστως εξαρτάται από την συνέχιση ή μη της εφαρμογής τους.

Πιο απλά και συγκεκριμένα: η δύναμη και το πείσμα που καταδεικνύει ένας φυλακισμένος κατά το ήμισυ πηγάζει από το άτομο του αυτό κάθε αυτό. Όλη η υπόλοιπη είναι μία ενίσχυση που προέρχεται από την συνέχιση του ίδιου του αγώνα. Όχι, δεν είναι οι όποιες κινήσεις αλληλεγγύης –αποκλειστικά- που θα δώσουν δύναμη σε έναν φυλακισμένο. Είναι οι κινήσεις αλληλεγγύης σαν τμηματική εφαρμογή του αγώνα που συνεχίζει να εκδηλώνετε. Το πείσμα που θα καταδείξουν οι απ’ έξω λειτουργεί συμπληρωματικά με το πείσμα που θα καταδείξουν οι από μέσα.

Και τα δύο όμως αφορούν την ΟΛΙΚΗ εφαρμογή του επαναστατικού αναρχικού αγώνα και εξαρτώνται από αυτή.

Αναγνωρίζουμε, λοιπόν, ότι μόνο αυτό θα είχε σημασία πάνω στην εφαρμογή του όποιου επαναστατικού σχεδιασμού. Η αγωνιστική συνέχεια με συνέπεια πάνω στα προσυμφωνημένα πλαίσια. Για αυτό, άλλωστε δεσμευόμαστε. Από εκεί και έπειτα, κάθε αιχμάλωτος ή όχι επαναστάτης οφείλει να κάνει το ίδιο.

Το εμπόλεμο σήμερα το απαιτεί.

Οι εχθροπραξίες συνεχίζονται

«Και τα σπαρτά μεγάλωσαν

και έβγαλαν καρπούς.

Μα τα πουλιά,

δεν πλησίαζαν γιατί μια τρομακτική φιγούρα παραφύλαγε.

Ο καιρός περνούσε

και τα μαύρα πουλιά πλήθαιναν και πείναγαν όλο και περισσότερο

Ώσπου ένα πρωί, δεν άντεξαν.

Σταμάτησαν να φοβούνται και όρμηξαν στον άγρυπνο φύλακα του χωραφιού.

Και καθώς τα ράμφη τους τον ξέσκιζαν, κατάλαβαν ότι ήταν μονάχα ένα σκιάχτρο.

Συνειδητοποιώντας έτσι ότι ο μεγαλύτερος εχθρός τους

αυτός που τα έκανε να πεινάνε

ήταν ο ίδιος τους ο φόβος.

Πλέον τώρα τίποτα δεν μπορεί να τα σταματήσει.

Πλέον η πλημμυρισμένη από στάχυα πεδιάδα τους ανήκει.»

Και ο πόλεμος συνεχίζεται.

Μέσα στο ομιχλώδες πεδίο μάχης συνεχίζουμε να ορμάμε οπλισμένοι με επαναστατική αξιοπρέπεια και πείσμα. Ο εχθρός επιτίθεται και αυτός με τη σειρά του. Κάποιοι από μας θα πέσουν στα χέρια του, άλλοι θα χάσουν ακόμα και τη ζωή τους.

Όμως όσο αναπνέει έστω και ένας ή μία από μας, σε οποιαδήποτε γωνιά αυτού του πλανήτη τα αναχώματα θα ξαναχτίζονται και το σχέδιο θα συνεχίζει να εξελίσσεται.

Και να!

Νέες μάχες πλησιάζουν και αυτή τη φορά θα είμαστε πιο έτοιμοι από ποτέ. Οι τάξεις μας στελεχώθηκαν από νέους συντρόφους, οι δομές μας οργανώθηκαν και οι πρακτικές μας εξελίχθηκαν.

Η έκβαση του πολέμου δεν μας ενδιαφέρει πια, άλλωστε ο καθένας από μας φαντάζεται διαφορετικά τους πανηγυρισμούς της νίκης. Όλοι όμως εκφραζόμαστε απ’ αυτόν τον πόλεμο γιατί πολύ απλά οι συνέπειες αυτής της ειρήνης μας έτρωγαν τα σωθικά σαν σαρκοφάγα σκουλήκια. Δεν μπορούσαμε να κάνουμε αλλιώς. Δεν μπορούσαμε να αφήσουμε τον πούστη τον φόβο να παρελαύνει ανενόχλητος στις καρδιές μας. Τον κοιτάξαμε στα μάτια και αυτός έκανε πίσω.

Είναι η περηφάνια των επιλόγων μας που μας κάνει να περιφρονούμε τις συνέπειες και η αντανάκλαση των ονείρων μας στα μάτια των συντρόφων αυτή που μας δίνει δύναμη να συνεχίσουμε.

Η μέρα μας ξημερώνει και ο εχθρός αχνοφαίνεται από μακριά. Έχουμε κόντρα άνεμο και ο ήλιος μας τυφλώνει. Μα τα σώματα των αντιπάλων είναι σάπια γιατί από καιρό αρρώστια σέρνεται στη γη τους.

Πάμε λοιπόν σύντροφοι, ας ορμίσουμε στο όνομα της εκδίκησης, στο όνομα του εγώ μας, στο όνομα της ελευθερίας.

Πάμε λοιπόν σύντροφοι έχουμε νικήσει ήδη.

Πάμε να τους τσακίσουμε και ας τσακιστούμε στην προσπάθεια.

“Είναι λυπηρό να γράφεις σε μια σελίδα με την καρδιά να αναρωτιέται:και μετά τι;

Μα εμείς είμαστε ταγμένοι στον αγώνα. Ή στο να πετύχουμε τον χαμό μας. Είναι μοιραίο και έτσι κάποιος από εμάς αναπόφευκτα χάνεται. Και τότε οι ηλίθιοι θα κραυγάσουν, ξεροκέφαλε αναρχικέ! Ποιός όμως μπορεί να κατανοήσει την καταιγίδα που βρυχάται στο μυαλό μας; Ποιός μπορεί να καταλάβει την ακόρεστη πείνα μας για χαρά, για ζωή; Ποιός μπορεί να αντιληφθεί την νίκη μας πάνω στην ανθρώπινη δειλία;

Είμαστε μόνοι. Δεν βρήκαμε μία ομάδα τολμηρών και ριψοκίνδυνων, έτοιμους να συμμετάσχουν στην πάλη για την κατάκτηση της ζωής. Επομένως νικηθήκαμε και ένας από εμάς χάθηκε.

Μα πάντα ο άλλος παραμένει με το βλέμμα καρφωμένο στο ορίζοντα. Δεν μπορεί,δεν πρέπει να παρεκκλίνει. Αυτό είναι το πεπρωμένο μας. Θα βρούμε άραγε συντρόφους στην πορεία μας; Και αν όχι πάλι, ο καθένας τραβώντας την δική του μοναχική πορεία θα εξαφανιστούμε σιωπηλά ή θορυβωδώς από την σκηνή αυτού του κόσμου; Ένα κεφάλαιο έκλεισε, ένα κεφάλαιο γεμάτο αγώνες, ελπίδες, ψευδαισθήσεις. Μα, το τέλος δεν σήμανε ακόμα. Αυτό είχα μόνο να πω.”

Κείμενο του επαναστάτη Κώστα Παππά

Όσο για μας…Παραμένουμε όρθιοι, παραμένουμε αμετανόητοι, παραμένουμε περήφανοι για την δράση, τις επιλογές μας και τους συντρόφους που θα τις εξελίξουν.

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΚΑΙ ΕΝΟΤΗΤΑ ΜΕ ΟΣΟΥΣ ΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΦΥΛΑΚΕΣ, ΕΔΩ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΠΑΝΤΟΥ ΚΡΑΤΩΝΤΑΣ ΨΗΛΑ ΤΑ ΛΑΒΑΡΑ ΤΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ

Ζήτω η επανάσταση

Ζήτω το αντάρτικο της νέας εποχής

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

Τσιλιανίδης Μπάμπης

Δημτσιάδης Δημήτρης

Τζίφκας Σωκράτης

Φεσσάς Δημήτρης

4/03/2011

Υ.Γ. 1: Συνειδητά δεν αναφερθήκαμε στον πρώτο μας κείμενο για την διάγνωση και ερμηνεία που δίνουμε στις πρόσφατες κατασταλτικές κινήσεις. Το ζήτημα της κρατικής αντεπίθεσης απέναντι σε όσους αγωνίζονται και αμφισβητούν την παντοδυναμία της προφανώς και μας αφορά, και θα προσπαθήσουμε να το προσεγγίσουμε σε έναν κοντινό χρόνο.

Στην προκειμένη μπορούμε να κάνουμε δύο μικρές αναφορές.

Δηλώνουμε και δημόσια πως η αναρχική Φέη Μέγιερ ουδεμία σχέση είχε με εμάς και τα όσα ζούσαμε ή επιλέξαμε. Η μόνη της εμπλοκή είναι η φιλική της σχέση με έναν από εμάς και ένας καφές στο Θησείο που τελικώς αποδείχθηκε πικρός .Η αλληλεγγύη ακόμα και τώρα που μάθαμε την απελευθέρωση της, είναι δεδομένη, μιας και θα συνεχίσει να σέρνεται σε δικαστήρια για μια υπόθεση που καμία εμπλοκή δεν έχει.

Οι γονείς μας και οι φίλοι μας δεν έχουν σχέση με τις δικές μας επιλογές (δυστυχώς και τουλάχιστον προς το παρόν), όποτε θα ήταν συνετό από την αντιτρομοκρατική και την ασφάλεια να σταματήσει να ΠΑΡΕΝΟΧΛΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΤΡΑΜΠΟΥΚΙΖΕΙ άτομα του κοντινού μας περιβάλλοντος.

Κρίνουμε χρήσιμο αυτά τα γεγονότα και τέτοιου είδους κινήσεις να δημοσιεύονται ΑΜΕΣΑ,για να καταδειχθεί ο ρόλος της ΕΛ.ΑΣ και οι νέες της τακτικές, όχι ως κλάψα αλλά ως ένα ακόμη στοιχείο πόλωσης και ξεκαθαρίσματος των αντιμαχόμενων στρατοπέδων. Στρατοπέδων που πλέον, και αν κρίνουμε απ’ τις κινήσεις των τσογλανιών που σηκώνουν το χέρι τους παραπάνω από όσο πρέπει, φαίνεται να μπαίνουν και οι μανάδες, οι πατεράδες και οι φίλοι μας.

Υ.Γ. 2: Ευχαριστούμε όσους μας στάθηκαν και μας στέκονται. Κλέψαμε αρκετή δύναμη απ’ την δύναμη όσων βρέθηκαν στα δικαστήρια σε Αθήνα-Θεσ/νίκη, όσων έσπασαν το κλίμα τρόμου στις γειτονιές που μέναμε, όσων μάθαμε ότι μας σκέφτονται, όσων μας τίμησαν συνοδεύοντας τα ονόματά μας με δυναμικές ενέργειες επίθεσης .

Ταυτόχρονα, ας μας επιτραπεί να ζητήσουμε κάτι από όσους νιώθουν το τί εννοούμε. Η αλληλεγγύη στους αιχμαλώτους πολέμου έχει νόημα όταν είναι απλά μια ακόμη αφορμή αγώνα, μια ακόμη αφορμή πολέμου. Μη τσιμπήσουμε από το κλίμα, μην αναλωθούμε στο ζήτημα της αλληλεγγύης, και περιοριστούμε σ’ αυτό.

Για εμάς δεν υπάρχει πιο δυνατή αίσθηση ζεστασιάς και αλληλεγγύης απ’ την ίδια τη συνέχιση των εχθροπραξιών, ειδικά σε αυτή την εποχή, ειδικά σε αυτήν την συνθήκη.

ΜΗ ΣΤΑΜΑΤΑΤΕ ΛΕΠΤΟ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ

ΣΗΚΩΣΤΕ ΤΑ ΠΑΝΙΑ ΚΟΝΤΡΑ ΣΤΟΝ ΚΑΙΡΟ

Γραμμα για την υποθεση μου – Fee Marie Meyer

Και τώρα που τα φώτα της παράστασης έσβησαν και η αυλαία έχει πια πέσει, ήρθε η ώρα να μιλήσω εγώ. Με τον τρόπο που εγώ θέλω. Για το τι έγινε, τι παιχνίδια θεωρώ ότι παίχτηκαν στην πλάτη μου, αλλά και πέρα από εμένα, γι’ αυτά που θα πρέπει πια να αφορούν τον κάθε νοήμονα άνθρωπο στον ελλαδικό χώρο.

Όσον αφορά στην «υπόθεσή» μου: Είμαι πια αρκετά σίγουρη ότι από τη στιγμή που τα στοιχεία μου έγιναν γνωστά στα τσακάλια της αντιτρομοκρατικής, βεβαίως απόλυτα δικαιολογημένα  -καταλαβαίνετε, ήπια ποτό με τους λάθος ανθρώπους- το έργο ήταν προδιαγεγραμμένο. Πόσο μάλλον, όταν googlαραν το επίθετό μου (σαν να λέμε Παπαδόπουλος στην ελλάδα) και –φαντάζεστε τι χαρά- ανακάλυψαν το πλούσιο «οικογενειακό» μου ιστορικό. Δεν είχε σημασία το διαφορετικό όνομα του πατέρα μου -άλλωστε «αυτές πάνε όλες με όλους»-, ούτε η διαφορετική ημερομηνία γέννησης της μητέρας μου.

Από τη στιγμή που η πραγματικότητα δεν τους έκανε, έπρεπε να προσαρμοστεί. Έπρεπε να μπω στο καλούπι και τον ρόλο που μου είχαν ετοιμάσει. Παρασκευή 15.00 έγινε η απαγωγή μου, την ώρα που έβγαινα από το σπίτι να πάω στο φροντιστήριο όπου διδάσκω. Τουλάχιστον δέκα άτομα με κουκούλες, αφού μου φόρεσαν κι εμένα κουκούλα, με πήγαν στον 12ο όροφο της Γ.Α.Δ.Α. χωρίς να μου πουν ούτε μια λέξη. Εκεί αφού με ανέκριναν έξι άτομα, μου έδειξαν μια φωτογραφία όπου βρισκόμουν εγώ και ο φίλος και σύντροφος Χρήστος Πολίτης. Με ρώτησαν αν τον γνωρίζω και μόλις τους απάντησα θετικά, ότι είναι ένας ακόμη που έχετε στείλει φυλακή άδικα, ο επικεφαλής διέταξε βαρύγδουπα «κανονικά, πάμε τις διαδικασίες». Με έγδυσαν, με κατέγραψαν, μου έκλεψαν το φανελάκι και τις κάλτσες μου, εννοείται ότι δεν μου είχαν πει καν γιατί κατηγορούμαι και εννοείται ότι καμία σημασία δεν έδιναν στο αίτημα μου για δικηγόρο.

Έχει σημασία η ώρα, γιατί ήδη στις 17.00, δύο μόλις ώρες αργότερα, είχε γίνει γνωστή η όλη ιστορία των υποτιθέμενων γονιών μου.

Έτσι, εξηγείται πολύ καλά, γιατί ενώ αντιστεκόμουνα στη φωτογράφηση, με τραβούσαν από τα κινητά τους τηλέφωνα, για να κλέψουν μια εικόνα. Διαφορετικά το καυτό τους θέμα δεν θα πουλούσε τόσο…

Χρόνια τώρα ξέρουμε πώς λειτουργούν αυτοί οι σαθροί ως το κόκκαλο μηχανισμοί, γνωρίζουμε ότι άλλοτε οι ρουφιανοδημοσιογράφοι (με λιγοστές αλλά σημαντικές εξαιρέσεις) είναι τα φερέφωνα της αστυνομίας, και άλλοτε οι εντολείς τους. Έτοιμοι να κομματιάσουν οποιαδήποτε ζωή πετάξουν στα αιχμηρά δόντια τους, έτοιμοι να κατασπαράξουν αλήθειες για να ξεράσουν ψέματα. Σιχαμένοι…

Αυτό που δεν είχα φανταστεί, τουλάχιστον προσωπικά, ως σήμερα είναι ο απροκάλυπτος τρόπος με τον οποίον αυτό συμβαίνει στο εδώ και το τώρα.

Όταν το φιάσκο είχε αρχίσει να γίνεται ξεκάθαρο, κι ενώ εγώ δεν γνώριζα τίποτα απ’ όλα τα αίσχη που είχαν δει το φως της δημοσιότητας, με κάλεσε στο γραφείο του ένας υπεύθυνος για τη «διεθνή τρομοκρατία». Άρχισε να μου κάνει «φιλική κουβεντούλα» σε σχέση με το πότε ακριβώς σκοτώθηκε ο πατέρας μου σε συμπλοκή! Πραγματικά, πρέπει να μου έπεσε το σαγόνι στο πάτωμα, ιδιαίτερα όταν μειδιώντας πρόσθεσε ότι «καλά, εμένα πιο πολύ η μητέρα σου με το διεθνές ένταλμα σύλληψης με ενδιαφέρει»… Μόνο που δεν με κατηγόρησε, εν τέλει, ανοιχτά για υπόθαλψη εγκληματία, αφού δεν δήλωσα εξ αρχής τα πατρώνυμα των γονιών μου…

Βέβαια, έκανα αρκετά. Όπως είπε και η εισαγγελέας, «κατέσχεσαν πολλά, ασυνήθιστα πολλά» πράγματα από το σπίτι μου… βούρτσες, ρούχα, οδοντόβουρτσες, μαξιλαροθήκες και… έντυπα. Έντυπα που με αδιάσειστα στοιχεία αποδεικνύουν ότι είμαι αναρχική, κάτι που δεν σκέφτηκα ούτε στιγμή να κρατήσω μυστικό, άρα -όπως εύγλωττα διατύπωσε αυτή η μορφωμένη κυρία- και τρομοκράτης, αφήνοντας ανοιχτό, μέχρι να γίνει το συμβούλιο, ακόμη και το ενδεχόμενο της στέρησης της ελευθερίας μου!

Αν θέλει να με φυλακίσει γι’ αυτό, ναι, είμαι ένοχη, και πάντα θα είμαι. Πάντα θα είμαι στην όχθη των καταπιεσμένων και όχι των εκμεταλλευτών, πάντα, μέχρι να μην υπάρχει πια εξουσία από άνθρωπο σε άνθρωπο και από τον άνθρωπο στα ζώα και τη φύση. Αιτούμαι όμως δημόσια και σοβαρά, να αλλάξει το κατηγορητήριό μου. Ας γραφούν οι αληθινές κατηγορίες, να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας. Να μπει στη θέση των κατηγοριών –είναι αναρχική και διαβάζει έντυπα. Έχει σχέσεις με πολλούς  ακόμη αγωνιζόμενους ανθρώπους και είναι περήφανη για αυτό.

…Οπλίσατε επί σκοπό και εκτελέστε μας στον τοίχο της Καισαριανής…

Κάπου κάποτε διάβασα ότι το κύρος ενός πολιτικού καθεστώτος φαίνεται από τον τρόπο που αντιμετωπίζει τους πολιτικούς του αντιπάλους. Ελλάς το μεγαλείο σου!

Η εποχή που ζούμε είναι ευμετάβλητη, παράξενη, αλλάζει συνεχώς. Η εξουσία σε εποχές θεσμικής και οικονομικής κρίσης πάντα παίζει με το καρότο και το μαστίγιο, το φόβο και την ασφάλεια. Θέλουν κανένας να μην αντιδρά σε τίποτα, να μην μιλά, να μην κοιτάζει κανείς γύρω του, κανείς να μην σκέφτεται διαφορετικά, να μην σκέφτεται γενικά. Λοβοτομείτε μας εκ γενετής, να τελειώνουμε!

Προσπαθούν να επιβάλουν παντού την τρομαχτική και απόλυτη ομοιομορφία τους, την απόλυτα, εξονυχιστικά μελετημένη απανθρωπιά τους.

Στον ελλαδικό χώρο αυτοί τη στιγμή υπάρχουν περίπου 40 κρατούμενοι για πολιτικούς λόγους. Οι περισσότεροι δεν έχουν καν δικαστεί, κι όμως βρίσκονται σε φυλακές υψίστης ασφαλείας, άλλοι δεν δικάζονται με ανοιχτή και δημόσια δίκη, άλλοι κρατούνται δίχως να υπάρχει το παραμικρό εις βάρους τους, με βάση το φρόνημά τους, την αλληλέγγυα στάση ζωής που επιδεικνύουν και τις προσωπικές τους σχέσεις.

Θέλουν όλο και πιο συντηρητικά, όλο και πιο φασιστικά να επιβάλουν την απομόνωση, τη μοναξιά, τη λογική του «ο καθένας για την πάρτη του» και μονάχα να βλέπουμε όλοι τις μεσημεριανές εκπομπές τους, να καταναλώνουμε υποκατάστατα ζωής, ψέματα, θέαμα. Να μη μιλάμε με γνωστούς, μην πηγαίνουμε και μην καλούμε σε σπίτια, να μην ξέρουμε κανέναν, ή να του ζητάμε πιο πριν να μας γνωστοποιήσει το φάκελό του στην ασφάλεια, άσε καλύτερα, μπορεί να μπλέξουμε.

Θέλουν να μη νιώθουμε, να λειτουργούμε μόνο βάση των χαμηλότερων ενστίκτων της επιβίωσης και της αυτοσυντήρησης, βάση του σαδισμού της «κλειδαρότρυπας» να παίρνουμε μάτι τις ζωές άλλων, χάνοντας τη δική μας.

Θέλουν να μισούμε, να εξορίσουμε στο «πυρ το εξώτερον» κάθε τι διαφορετικό, ανθρώπους από άλλα μέρη, συναδέλφους από άλλους κλάδους, όποιον σκέφτεται ή ζει διαφορετικά.

Όλοι αυτοί είναι επικίνδυνοι, πρέπει να τους μισούμε, καθώς το μίσος τρέφει τον φόβο και αντίστροφα.

Σε αυτόν το φόβο βρίσκουν πάτημα για να επιβάλουν τη νεκρική τους ασφάλεια, ως επιθανάτιο ρόγχο μιας κοινωνίας που απαρνείται τους τελευταίους δεσμούς που την ορίζουν ως τέτοια.

Μονάχα τρεις λέξεις, πιστεύω, φτάνουν για να καθοριστεί το Ανθρώπινο στον Άνθρωπο. Αξιοπρέπεια-Ελευθερία-Αλληλεγγύη. Η μια δεν μπορεί να υπάρξει δίχως τις άλλες δυο, καμία δεν πέφτει από τον ουρανό. Θέλουν τιμή και τόλμη. Αυτές είναι όμως οι δύσκολες έννοιες που δίνουν στον άνθρωπο υπόσταση, που μετατρέπουν την επιβίωση σε ζωή.

Μπορούν να μας ελέγχουν, να μας κομματιάζουν και να μας απομονώνουν μονάχα όσο μένουμε με την πλάτη σκυμμένη κάτω από το μαστίγιο, να κυνηγάμε το εκάστοτε καρότο.

Ας αντισταθούμε! Μόλις σηκώσουμε το κεφάλι και αντικρύσουμε τον εαυτό μας και τους απέναντι ξανά στα μάτια, το σαθρό τους οικοδόμημα θα καταρρεύσει σαν χάρτινος πύργος. Γιατί, μπορεί αυτή τη στιγμή η καταστροφή να έπεσε στο σπίτι του γείτονα, αλλά αύριο θα είναι στο δικό σου.

Ας αντισταθούμε! Γιατί, παντού στον κόσμο υπάρχουν άνθρωποι που τολμούν να σηκώσουν το κεφάλι. Παντού και πάντα, κάθε μοναδική στιγμούλα που κάποιος υψώνει το βλέμμα στον ουρανό και στο απέραντο του ορίζοντα που ξέχασε από παιδί, ξαναγεννιέται το Ανθρώπινο στον Άνθρωπο.

Φτάνει, αρκετά τους ανεχτήκαμε! Αγώνας για την γη ολάκερη και την ελευθερία, αγώνας για τη ζωή και την αξιοπρέπειά μας

Το κράτος και τα μίντια είναι οι μόνοι τρομοκράτες.

Η αλληλεγγύη σε όσους αγωνίζονται, πέρα από όπλο μας, είναι και δεδομένη.

Παραφράζοντας το γνωστό ποίημα: Όταν ήρθαν να πάρουν το γείτονά μου, δεν μίλησα, ήταν ξένος. Όταν αργότερα ήρθαν να πάρουν τον επόμενο, ήταν τσιγγάνος, πάλι δε μίλησα. Μετά πήραν και τον φτωχό, τον αλήτη, τον αναρχικό, τον αριστερό….Τελικά ήρθαν να πάρουν κι εμένα… ΜΟΝΟ ΤΟΤΕ ΚΑΤΑΛΑΒΑ ΠΩΣ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΜΕΙΝΕΙ ΠΙΑ ΚΑΝΕΝΑΣ ΝΑ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙ…

 Fee Marie Meyer